Σοφία, σε καλωσορίζουμε στο Sin Radio! «…Των ερωμένων φυγείν αδύνατον…». Η πρόταση αυτή μας ακούστηκε στην παράσταση λίγο «παράταιρη» σε σχέση με τις ηρωίδες, που ουσιαστικά επιλέγουν όσα ζουν και δεν τα δέχονται μοιρολατρικά – ή μήπως τα δέχονται και καταλάβαμε λάθος…;
Η επιλογή στον έρωτα αρχίζει εκεί που τελειώνει η εξουσία του πάθους και η εξουσία του πάθους αρχίζει εκεί που τελειώνει η επιλογή. Τα δυνατά πάθη σε ρουφάνε. Στροβιλίζεσαι γύρω από τον εαυτό σου. Κι ας ξέρεις κολύμπι. Τα «μάτια», οι «ρουφήχτρες» που λέμε, στη θάλασσα, είναι ό,τι πιο επικίνδυνο. Για τον κολυμβητή. Που επιλέγει να ξανοιχτεί στα βαθιά, επιλέγει να απολαύσει την καθαρή θάλασσα, μόνος, επιλέγει να κινδυνεύσει και κινδυνεύει. Και όσο κι αν παλεύει, θα κουραστεί και μοιρολατρικά θα αφεθεί στην αγκαλιά της θάλασσας. Στον έρωτα, είτε εραστής είσαι είτε ερωμένη, είσαι ανυπεράσπιστος.
«Kαι τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιο καλοί επαναστάτες
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά, σαν ένα νικητή
μπροστά στο θάνατο ή ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα.»
Μεγάλωσες στο Άργος, άρα έχεις εικόνες από την ελληνική περιφέρεια. Ποιο είναι συνολικά το πολιτιστικό υπόβαθρο εκτός πρωτεύουσας, δεδομένου ότι και η οικονομική κρίση, αντί να ριζοσπαστικοποιήσει ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου, τον τοποθέτησε σε πιο κλειστές φόρμες, άρα σχεδόν τον απέκλεισε από κάθε λογής δρώμενο. Υπάρχει οξυγόνο για ανθρώπους σαν εσένα στην περιφέρεια ή μοναδική λύση είναι η φυγή σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο που θα βρει κανείς περισσότερες ευκαιρίες; Κι όσοι μένουν, εγκαταλείπουν τα όνειρά τους και συμβιβάζονται;
Το οξυγόνο αν δε στο δώσει κανείς, το κλέβεις. Και σχεδόν ποτέ, και σχεδόν κανείς δε στο δίνει. Γιατί το οξυγόνο είναι πολύτιμο. Και καθετί πολύτιμο καλείσαι να το ανακαλύψεις μόνος. Και μόνος να το χάσεις. Εγώ είχα σύμμαχο τον αργολικό κάμπο, τους πορτοκαλεώνες της Αργολίδας, τη μυρωδιά των πορτοκαλανθών, τη μυρωδιά της μπούλμπας. Δε μεγάλωσα στο τελευταίο ακριτικό χωριό, αλλά δε μεγάλωσα ούτε στην Αθήνα. Το Άργος είναι δυο ώρες δρόμος από την πρωτεύουσα. Έχει υπέροχο αρχαίο θέατρο, έχει δίπλα του την Επίδαυρο, έχει ζέστη το καλοκαίρι και φασαρία τα Σάββατα από τη λαϊκή. Νιώθω ότι δεν έφυγα ποτέ από το Άργος. Μου έδωσε ό,τι είμαι. Κι ό,τι στερήθηκα στην τέχνη, στον πολιτισμό, στην εκπαίδευση, ό,τι στερήθηκα, αυτό είναι ο πλούτος μου. Χρωστάω στη στέρηση. Μπορεί να είσαι στη Νέα Υόρκη και να εγκαταλείψεις τα όνειρά σου και μπορεί να είσαι στο Άργος και να τα κρατάς ζωντανά. Δεν κάνει ο τόπος τα όνειρα. Ο σπόρος τα κάνει. Και το χώμα.
Η «ερωμένη» βοηθά περισσότερο έναν καλλιτέχνη να δημιουργήσει; Δεν θα ήταν πιο ανατρεπτικό να παρουσιαστεί ένα έργο, όπου ο καλλιτέχνης αντλεί έμπνευση από τον/την σύζυγο (ιδανικά όχι γνωστές ιστορίες), δείχνοντας και μια πιο θετική πλευρά του έρωτα; Μήπως το απαγορευμένο ιντριγκάρει περισσότερο ή μήπως δεν έχουμε παραδείγματα μεγάλων δημιουργών, που ως έγγαμοι έκαναν σπουδαίο έργο;
Το ταλέντο βοηθά έναν καλλιτέχνη να δημιουργήσει. Το πάθος, το σκοτάδι και το φως του. Ο Μοντιλιάνι ζωγράφιζε και πριν τη Ζαν. Ο Πικάσο ζωγράφιζε και μετά τη Ζακλίν Ροκ. Δορυφόροι είναι οι ερωμένες γύρω από τους πλανήτες καλλιτέχνες. Και το φεγγάρι δορυφόρος είναι. Της γης. Αλλά δείξτε μου κάτι πιο όμορφο από το φεγγάρι και θα σας πω «Κανείς δε χρειάζεται τις ερωμένες». Αλλά πρώτα δείξτε μου.
Γιατί η επιλογή αυτών των δύο ζωγράφων, που τους χωρίζουν χρονικά και 400 χρόνια και όχι κάποιων άλλων; (π.χ. ο Πικάσο και η έντονη ερωτική του ζωή)
Γιατί βρίσκω καλλιτεχνική συγγένεια στο Ραφαήλ, στο Μοντιλιάνι και στον τρόπο που χάριζαν στα γυναικεία πορτρέτα τη γαλήνη, την έκσταση. Ιδίως στα γυμνά του Μοντιλιάνι, σ’ αυτά τα νωχελικά και ανεξάντλητα γυμνά, διακρίνω την ίδια υγρασία του γυναικείου δέρματος με αυτήν την υγρασία που δακρύζει στις μαντόνες του Ραφαήλ. Ο Ραφαήλ και ο Μοντιλιάνι είναι και οι δύο Ιταλοί, πεθαίνουν στην ίδια ηλικία, λίγο πριν κλείσουν τα σαράντα και έχουν τόσες διαφορές που τους κάνουν να μοιάζουν. Ο Ραφαήλ πεθαίνει και έχει τα πάντα, χρήματα, δόξα, υπόληψη, το Θεό και τον Πάπα στο πλευρό του και ο Μοντιλιάνι πεθαίνει και δεν έχει τίποτα παρά μόνο σαρδέλες δίπλα του. Σαρδέλες κονσέρβας. Η γεύση του θανάτου.
Ποιος είχε την ιδέα να εντάξει τα κορίτσια που ζωγραφίζουν κατά τη διάρκεια της παράστασης; Είναι όντως το χέρι των δύο «αόρατων» ζωγράφων ή έχουν και κάποια άλλη σημειολογία; Επίσης, γιατί επιλέξατε κορίτσια κι όχι αγόρια – δεν θα’ταν αρκετά ενδιαφέρουσα η οπτική του άλλου φύλου στα λεγόμενα των ηρωίδων και η αποτύπωση αυτής στο χαρτί;
Την περασμένη άνοιξη απευθύνθηκα στη Σχολή Καλών Τεχνών και συγκεκριμένα στον καθηγητή Βασίλη Βλασταρά. Του είπα για το έργο και ότι θα ήθελα μαζί με το θεατρικό κείμενο να προκύψει ένα εικαστικό συγκείμενο από νέους φοιτητές ή απόφοιτους της Καλών Τεχνών. Μιλήσαμε με το Βασίλη και βρήκε την ιδέα ενδιαφέρουσα. Ποιο θα μπορούσε να είναι το σχόλιο ενός σύγχρονου φοιτητή της Καλών Τεχνών πάνω στην Αναγέννηση; Τι σημαίνουν για ένα νέο ζωγράφο τα απόντα μάτια του Μοντιλιάνι; Πώς δουλεύουν τα δάχτυλα ενός ζωγράφου κάθε υλικό; Πώς μπορεί να συνδιαλεχθεί μια εικαστική περφόρμανς με μια θεατρική παράσταση; Το συζητήσαμε με τον Παναγιώτη Παναγόπουλο, το σκηνοθέτη της παράστασης, και αρχίσαμε να ψάχνουμε συνεπή και ταλαντούχα παιδιά. Η έρευνα μάς οδήγησε στο Εργαστήριο Σχεδίου – Ζωγραφικής του Γρηγόρη Κολιζέρα, στην Ασκληπιού. Ο Γρηγόρης ήταν πολύ ανοιχτός στη συνεργασία και βρήκαμε μαζί τα παιδιά που θα συμμετείχαν στη δημιουργία της παράστασης και στην παράσταση την ίδια. Είναι η Δέσποινα Βιλλιώτη και η Εμμέλεια Φιλιπποπούλου, φοιτήτριες της Καλών Τεχνών της Αθήνας, η Άρτεμις Κατσαμπάνη, απόφοιτος της Καλών Τεχνών της Αθήνας, η Άννα Τζώρτζη, απόφοιτος της Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης -και η μοναδική ζωγράφος της παράστασης που δεν προέρχεται από το Εργαστήριο-, η Μαρίνα Τσιρώνη και η Ελισσάβετ Παπαδημητρίου, σπουδάστριες του Εργαστηρίου του Γρηγόρη Κολιζέρα. Όλες γυναίκες. Σε ένα έργο με όπου οι άντρες είναι πρωταγωνιστές. Κι ας μην είναι στη σκηνή. Διά της απουσίας τους. Γιατί καμιά φορά, πρωταγωνιστεί αυτός που λείπει. Ειδικά όταν αυτός που λείπει άλλαξε κάποτε την ιστορία του κόσμου. Άλλαξε το βλέμμα των ανθρώπων. Τον τρόπο που κοιτάμε το Θεό, τη Γυναίκα, το Σύννεφο.
Γιατί επιλέχθηκε ‘Το τρένο στο Ρουφ’ ως χώρος παραστάσεων; Επίσης, γιατί ανέθεσες τη σκηνοθεσία των φετινών παραστάσεων σε κάποιον άλλον; (το 2012 γνωρίζουμε ότι είχες σκηνοθετήσει εσύ το έργο στο πρώτο ανέβασμά του)
Το Τρένο στο Ρουφ στάζει μαγεία με το που πατάς το πόδι σου στο φουαγέ. Το έργο επιχειρεί ένα ταξίδι στο χρόνο με σταθμούς την Αναγέννηση και το Παρίσι των μποέμ, το Παρίσι του 1920. Κι ένα βαγόνι είναι το κατάλληλο μέρος για να νιώσεις ότι ταξιδεύεις. Χωρίς βαλίτσες και καπελιέρες. Χωρίς σταθμάρχες. Στο βαγόνι θεατές και θεατρίνοι γινόμαστε συνένοχοι. Για το μεγάλο κόλπο. Το μεγάλο έγκλημα. Όχι του Orient Express. Αλλά του κιαροσκούρο.
Την άνοιξη του 2012 οι «Ερωμένες στον Καμβά» είχαν ανέβει για πρώτη φορά στο Θέατρο Διά Δύο. Τότε τη Φορναρίνα έπαιζε η Όλγα Μωραΐτη. Εγώ έπαιζα πάλι τη Ζαν. Η κάθε ηθοποιός σκηνοθετούσε το μονόλογό της. Αυτή τη φορά, στο Τρένο στο Ρουφ, στο δεύτερο ανέβασμα του έργου αποφάσισα να αναθέσω τη σκηνοθεσία σε κάποιον άλλον, και συγκεκριμένα στον Παναγιώτη Παναγόπουλο, γιατί έχω μόνο δύο μάτια, «το ένα για να κοιτάζω προς τον έξω κόσμο και το άλλο για να κοιτάζωτον εαυτό μου» όπως έλεγε ο Μοντιλιάνι. Όμως, το είδωλο του εαυτού μου, ποιος θα το κοίταζε; Χρειαζόμουν ένα τρίτο μάτι. Γιατί ποτέ δε λάτρεψα τα είδωλα. Και ποτέ σε έναν πίνακα δε βλέπουμε το μοντέλο. Βλέπουμε τη ματιά, την εμμονή του ζωγράφου. Το μοντέλο είναι το μέσον. Και ο σκηνοθέτης στη συγκεκριμένη παράσταση είναι ο ζωγράφος που παίρνει τη μορφή και την κάνει πότε «εντύπωση», πότε «παραμόρφωση», πότε «κολάζ».
«Tête de femme»…
Ακόμα το ψάχνουν…
Τα θεατρικά έργα είναι συνήθως προϊόντα φαντασίας, συχνά όμως διανθίζονται με στοιχεία της ζωής και της προσωπικότητας των συγγραφέων τους. Τι δικό σου μπορείς να εντοπίσεις στις δύο ηρωίδες ξεχωριστά; Όταν κλείσει ο κύκλος αυτής της παράστασης και πριν προχωρήσεις στο επόμενο βήμα σου, τι θα κρατήσεις ως απόλυτα προσωπικό ενθύμιο από αυτή τη δουλειά;
Όλα είναι δικά μου και τίποτα. Στις Ερωμένες στον Καμβά «αρθρώνονται απόρρητες λέξεις». Δική μου και η απλοϊκότητα της Φορναρίνας, δική μου και η εγκεφαλικότητα της Ζαν. Μιλώ για τη Νύχτα στις Ερωμένες. Τη Νύχτα την ξέρω καλά. ‘Οσο μπορέι να ξέρει κανείς τη νύχτα. Δηλαδή καθόλου. Όταν κλείσει ο κύκλος, τι θα θυμάμαι; Το βλέμμα της Εμμέλειας όταν με πλησιάζει με το γιουκαλίλι, το άγγιγμα της Δέσποινας όταν με ζωγραφίζει, τη φωνή της Άννας όταν μου λέει «Εφτά γράμματα», το γέλιο της Ασπασίας στα παρασκήνια, το χαμόγελο του Παναγιώτη κάθε φορά που βλέπει την παράσταση. Θα θυμάμαι τους ζωντανούς. Κι ας κάνω έργο για τους πεθαμένους.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Ερωμένες στον Καμβά
«…Των ερωμένων φυγείν αδύνατον…»
Από 1η Δεκεμβρίου
στο Θεατρικό Βαγόνι
Οι «Ερωμένες στον καμβά» της Σοφίας Καψούρου ασχολούνται αποκλειστικά με τον έρωτα εκτός των κοινωνικών κλισέ, την τέχνη του έρωτα, αλλά και τον έρωτα της τέχνης μέχρι τα κράσπεδα του θανάτου…
Μάνος Στεφανίδης
Το πρώτο θεατρικό έργο της Σοφίας Καψούρου «Ερωμένες στον Καμβά» σκηνοθετεί ο πολυσχιδής καλλιτέχνης Παναγιώτης Παναγόπουλος στην Αμαξοστοιχία-Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ. Το Θεατρικό Βαγόνι του Τρένου μεταμορφώνεται για πρώτη φορά σε εργαστήριο ζωγραφικής και οι «Ερωμένες στον Καμβά» ζωντανεύουν στο φυσικό τους περιβάλλον. Επί σκηνής συμμετέχουν εικαστικά και διαδραστικά νέοι εικαστικοί καλλιτέχνες, συνθέτοντας ένα work in progress θεάτρου και ζωγραφικής.
ΣΥΝΟΨΗ
Οι «Ερωμένες στον Καμβά» είναι ένας ύμνος στον έρωτα και τη γυναίκα. Στον παράνομο έρωτα που ποτέ δε νομιμοποιείται με τα δεσμά του γάμου. Στον παθιασμένο έρωτα που αρχικά ζωογονεί και τελικά θανατώνει. Ο άντρας δημιουργός. Η γυναίκα ερωμένη, η γυναίκα μούσα, η γυναίκα μοντέλο, η γυναίκα πηγή τέχνης και ηδονής. Οι ερωμένες είναι πολλές. Είναι δεκάδες, χιλιάδες, εκατομμύρια. Άλλες ανώνυμες, άλλες επώνυμες. Άλλες κρυφές, άλλες γνωστές. Από όλες αυτές τις ερωμένες θα αναδυθούν δύο, η ερωμένη και μούσα του αναγεννησιακού ζωγράφου Ραφαήλ, Φορναρίνα και η ερωμένη και μοντέλο του «καταραμένου» ζωγράφου Αμεντέο Μοντιλιάνι, Ζαν Εμπιτέρν. Οι ιστορίες τους είναι η Ιστορία της Τέχνης. Πρέπει να ξύσεις τον καμβά, για να βρεις την αλήθεια. Πρέπει να ξύσεις τις πληγές, για να βρεις τη γυναίκα.
Τη Φορναρίνα ερμηνεύει η Ασπασία Κοκόση, ενώ τη Ζαν Εμπιτέρν η Σοφία Καψούρου.
Το έργο «Ερωμένες στον Καμβά» κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις SESTINA.
Κείμενο: Σοφία Καψούρου
Σκηνοθεσία: Παναγιώτης Παναγόπουλος
Επιμέλεια κοστουμιών: Δέσποινα Βιλλιώτη, Άρτεμις Κατσαμπάνη
Εικαστική δημιουργία / Εικαστικός χώρος / Εικαστική διάδραση: Δέσποινα Βιλλιώτη, Ελισσάβετ Παπαδημητρίου, Μαρίνα Τσιρώνη, Εμμέλεια Φιλιπποπούλου (συνεργάτες και σπουδαστές του Εργαστηρίου Σχεδίου – Ζωγραφικής για την εισαγωγή στις Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών Γρηγόρη Κολιζέρα), Άννα Τζώρτζη
Μακιγιάζ φωτογραφίας δελτίου τύπου/αφίσας: Ήρα Μαγαλιού
Φωτογραφίες: Ελευθερία Ευθυμιάτου
Βοηθοί σκηνοθέτη: Χριστίνα Μανουσάκη, Μιχάλης Μουλακάκης
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Σοφία Καψούρου (Μελαχρινή Ερωμένη, Ζαν Εμπιτέρν)
Ασπασία Κοκόση (Ξανθιά Ερωμένη, Φορναρίνα)
Εκτέλεση παραγωγής: Mangola Productions
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ
Τρίτη στις 9.00 μ.μ. & Κυριακή στις 8.00 μ.μ.
Από 1η Δεκεμβρίου 2015 (πρεμιέρα) και για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.
Εισιτήρια: 10€, 8€(Φοιτητικό, Άνω των 65, Πολυτέκνων, Ομαδικό άνω των 10 ατόμων), 5€ (Κάρτα ανεργίας, Ατέλειες)
Διάρκεια: 80′ (χωρίς διάλειμμα)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ – ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ
ΑΜΑΞΟΣΤΟΙΧΙΑ-ΘΕΑΤΡΟ «Το Τρένο στο Ρουφ», Σιδηροδρομικός & Προαστιακός Σταθμός Ρουφ, επί της Λεωφ. Κωνσταντινουπόλεως, 10′ με τα πόδια από το ΜΕΤΡΟ Κεραμεικός
freewi-fi / δωρεάν parking
Πληροφορίες – Κρατήσεις:Τηλ. 210 5298922 / 6937 604988
(καθημερινά εκτός Δευτέρας 10.00–14.00 & 18.00–22.00)
www.totrenostorouf.gr
http://totrenostorouf.gr/gr/theater/lovers-on-canvas/
https://www.facebook.com/eromenes
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΚΑΨΟΥΡΟΥ
Μεγάλωσε στο Άργος. Είναι θεατρική συγγραφέας και ηθοποιός. Απόφοιτος της Σχολής Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ανώτερης Δραματικής Σχολής Ίασμος. Έχει συμμετάσχει στις παραστάσεις Ερωμένες στον καμβά της Σοφίας Καψούρου (σκην. Παναγιώτης Παναγόπουλος, Τρένο στο Ρουφ, τιμητική διάκριση του Ομίλου για την UNESCO Πειραιώς & Νήσων / σκην. Σοφία Καψούρου – Όλγα Μωραΐτη, Θέατρο Διά Δύο), Πικ νικ (οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, σκην. Στάθη Λιβαθινού, μουσική διεύθυνση Γιώργου Πέτρου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών), Δραματικό και Μουσικό Πρελούδιο για τον Κωνσταντίνο Καβάφη του Ηλία Λιαμή, (σκην. Βασίλη Αναστασίου, Μικρή Όπερα του Κόσμου – 1ο Φεστιβάλ Καλλιτεχνικών Σταθμών της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών), Η μικρή μας πόλη του Θόρντον Ουάιλντερ (σκην. Τάκη Τζαμαργιά, Θεατρικός Οργανισμός Ακροπόλ – Νεανική Σκηνή), Άδειο Δωμάτιο της Υβόννης Μεταξάκη (σκην. Αναστασίας Κουμίδου, ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας), Βάκχες του Ευριπίδη (σκην. Μάνου Βακούση, Θέατρο Άλεκτον). Έχει συνεργαστεί ως βοηθός σκηνοθέτη με το Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας στην παράσταση Ο Βυσσινόκηπος του Άντον Τσέχοφ (σκην. Στάθη Λιβαθινού).