Η ΝΤΑΙΖΗ ΛΕΜΠΕΣΗ ΣΤΟ «ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΕΣ…» ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΝΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ

Γεννημένη, στην κυριολεξία, μέσα στο θέατρο. Με σπουδές στην Αγγλία (University of North London) και στην Αμερική (Yale). Με πτυχίο Αγγλικής Φιλολογίας, Ψυχολογίας, Θεατρολογίας και Δημιουργικής Γραφής, με πολλούς επαίνους για τη γραφή της, ακολουθεί το επάγγελμα των γονιών της, τους βγάζει ασπροπρόσωπους και τους ξεπερνά. Με ευγένεια, χαμόγελο κι έναν καλό λόγο για όλους, αντιμετωπίζει την απαιτητική καθημερινότητά της. Άμεση, προσιτή, με πολύ χιούμορ, γενναιόδωρη και ευγνώμων για όσα έχει. Αρκεί να ρωτήσεις τα παιδιά από τα τηλεοπτικά συνεργεία και θα καταλάβεις για την ψυχή της.

Ας την καλωσορίσουμε στο Sin Radio κι ας απολαύσουμε μαζί τον χείμαρρο, που ακούει στο όνομα Νταίζη Λεμπέση. Εξάλλου ποιος άλλος μπορεί να μιλήσει καλύτερα για το θέατρο, εκτός από τη Νταίζη;

Είμαστε και λίγο «καρντασίνες», ε;

(γελάει πολύ). Ε, ναι. Αφού στη Θεσσαλονίκη γεννήθηκα κι εγώ. Από θεατρική σπόντα, βέβαια. Η μαμά έγκυος, ακολουθεί τον μπαμπά στην περιοδεία του, με τη Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο. Και στη Θεσσαλονίκη, σε προγραμματισμένο, λόγω καισαρικής, ραντεβού, με τον γυναικολόγο Νίκο Παπανικολάου, τα κατάφερα και γεννήθηκα. Και το λέω έτσι, γιατί η μητέρα της μαμάς μου, η θεότητα Νταίζη Αντωνοπούλου, το προηγούμενο βράδυ της είχε δώσει ένα τεράστιο τάπερ με αγκινάρες. Και αφού τις έφαγε σχεδόν όλες, ενώ δεν έκανε να φάει, έπαιζε τάβλι με την Καρέζη μέχρι τα ξημερώματα. Όπως καταλαβαίνεις, ο γιατρός της είχε πάθει σχεδόν εγκεφαλικό και για το φαγητό και γιατί καθυστέρησε στο ραντεβού… Βγήκα τέλος πάντων, ένα ηλιόλουστο φθινοπωρινό πρωινό και το πρώτο πράγμα που είδα ήταν η θάλασσα. Γιατί γεννήθηκα στο Νοσοκομείο Παναγία, στην Καλαμαριά, που είναι πάνω στη θάλασσα. Η μανούλα μου, όμως, τρεις μέρες πριν είχε δει την ταινία Ζορό με τον Αλέν Ντελόν. Κι έλεγε στη μάνα της «αχ, το παιδί μου να βγει και να ‘χει αυτά τα μάτια». Και αυτά τα μάτια είχα και το ίδιο ζώδιο, Σκορπιός. Και έτσι η μαμά είχε και το παινευόταν ότι το παιδί της είχε τα μάτια του Ντελόν. Φυσικά, στη συνέχεια, όπως όλα τα μωρά, τα μάτια μου αλλάξαν, προς μεγάλη στεναχώρια της ομολογώ… Όταν βγήκα ο μπαμπάς μου φοβόταν να με πιάσει και μ’ άρπαξε η Καρέζη, που είναι και ο πρώτος άνθρωπος που μ’ έπιασε και είπε το αμίμητο «όπα, ο Λεμπέσης χωρίς ξύγκια». Τα πρώτα μου μπλε λοιπόν: η θάλασσα και τα μάτια της Καρέζη. Επίσης, να σου πω ότι είμαι παιδί του έρωτα. Δεν ήταν παντρεμένοι, όταν γεννήθηκα, οι γονείς μου και μάλιστα εκείνες τις εποχές. Εγώ είμαι λοιπόν το παιδί του έρωτα, ενώ ο αδελφός μου ο Παναγιώτης είναι ο νόμιμος.

Κατ’ αρχάς, Νταίζη, χαίρομαι πολύ που σήμερα βρισκόμαστε «Από απόσταση αναπνοής»…

Ναι. «Απόσταση αναπνοής», ο τίτλος του βιβλίου του μπαμπά μου, για το οποίο μάλλιασε η γλώσσα μου να τον πείσω να το γράψει. Γιατί ο μπαμπάς, μπορεί να έδειχνε πολύ σοβαρός, αποστασιοποιημένος, πολύ σκληρός και πολύ χαμηλών τόνων, όμως οι ευαισθησίες του ήταν μοναδικές. Άμυνα όλο αυτό που έβγαζε προς τα έξω. Επίσης, όπως κι εγώ δεν ήθελε να δίνει συνεντεύξεις. Γενικά δεν ήθελε τίποτα απ’ όλα αυτά, όπως και η μαμά. Όμως από κάποια στιγμή κι έπειτα άρχισα να τον «μαλώνω», γιατί όλα όσα έζησε έπρεπε να καταγραφούν, να μείνουν ως παρακαταθήκη. Να γίνουν διάφορα πράγματα γνωστά και εκτός της θεατρικής οικογένειας. Και αποδεικνύεται το 2023 -ο μπαμπάς έφυγε το 2010- ότι εγώ τελικά είχα δίκιο. Χθες λοιπόν, βρέθηκα στην πορεία έξω από το Εθνικό Θέατρο. Πολλά νέα παιδιά με αναγνώρισαν, μιας και το μαλλί-ζούγκλα με προδίδει, ακόμη κι όταν φοράω μάσκα… και αυτά τα νέα παιδιά μου μιλούσαν για τον πατέρα μου, που φυσικά δεν τον έχουν γνωρίσει. Και λες… σ’ αυτόν τον δύσκολο χώρο εκείνος εξακολουθεί και είναι ακόμη εδώ.

Υπήρξε και ηθοποιός στα μπουλούκια ο μπαμπάς;

Και όχι μόνο. Ήταν και πολλά χρόνια με τον Χορν. Κι αν ήταν εδώ, θα σου έλεγε ότι ήταν και ο καλύτερος όλων! Και μου έχει πει ο Κώστας Τσιάνος, που τον είχε προλάβει να παίζει, ότι στ’ αλήθεια ήταν καλός.

Αλήθεια, έπαιξε τόσα πολλά χρόνια ως ηθοποιός;

Περίπου 35. Και κάποια στιγμή πήγε στην πόρτα κι από εκεί άρχισαν όλα. Να σημειώσουμε ότι η πόρτα και το ταμείο είναι τα δύο βασικά πόστα σε ένα θέατρο. Πολύ δύσκολα πόστα.

Γιατί τόσο πολύ;

Η πόρτα γιατί είναι το «μάτι» σου. Πρέπει να ελέγχεις τα πάντα. Πολλοί λίγοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν καλή πόρτα. Και το ταμείο επίσης. Να μην γίνουν διπλές κρατήσεις, να μη σε κλέβει ο ταμίας… Και μην βλέπεις τώρα που είναι όλα μηχανογραφημένα και σαφώς ευκολότερα. Μιλάμε για εκείνα τα χρόνια. Προσωπικά, ακολουθώ την παλιά καλή σχολή και γράφω ακόμη και τώρα με το χέρι, τις λίστες για τις πρεμιέρες για παράδειγμα… και έτσι σώζομαι από μια πιθανή διακοπή ρεύματος…

Πώς είναι για ένα παιδί να ζει και να μεγαλώνει μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, με τόσο σπουδαίους, σημαντικούς και δημοφιλείς ανθρώπους;

Ως μικρό παιδί, φυσικά δεν καταλάβαινα. Ήταν απλά οι φίλοι των γονιών μου. Δεν είχα ακόμη αντίληψη του μεγέθους αυτών των ανθρώπων. Τους έβλεπα στην τηλεόραση, τους έδειχνα και ρωτούσα γιατί είναι εκεί… Από κάποια ηλικία και μετά, όταν άρχισα να καταλαβαίνω, ήταν μαγικά. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που καθόλου τυχαία δεν ΕΙΝΑΙ εκεί που είναι, δεν είχαν μόνο λάμψη ή ταλέντο, αλλά είχαν και ψυχή, αντίληψη, σεμνότητα, σεβασμό και απίστευτη αγάπη για το θέατρο. Είναι οι άνθρωποι που έρχονταν  πρώτοι στις πρόβες και έφευγαν τελευταίοι, ακόμη κι αν γύριζαν 10 ταινίες την μέρα. Ήταν πάντα εκεί πριν απ’ όλους. Και σήμερα σου λένε δεν μπορώ, γιατί έχω γύρισμα…

Υπάρχουν τελικά διαφορές της νοοτροπίας του χθες με το σήμερα…

Τεράστιες. Που δεν φταίνε όμως τα νέα παιδιά. Φταίνε πάντα οι δάσκαλοι. Δεν υπάρχουν δάσκαλοι. Άμα δεν υπάρχουν δάσκαλοι, δεν μπορείς να τα βάζεις με τους νέους ανθρώπους, που είναι απλά μπερδεμένοι. Επίσης, διαβάζω σκηνοθέτης ο τάδε, στην τάδε σχολή και είναι κάτι παιδάκια. Μπορεί να είναι φίλοι μου και να τους αγαπάω και να είναι και ταλαντούχα πλάσματα, αλλά πώς έγινες ξαφνικά σκηνοθέτης; Τι να διδάξεις; Ακόμα μαθαίνεις. Δεν υπάρχει μέτρο και υπάρχει και μια μετριότητα και δεν είμαι σίγουρη αν υπάρχει πια το νοιάξιμο κι ο σεβασμός που υπήρχε παλιά και η εντιμότητα. Αυτό πάει προς όλους.  Οι παλιοί δεν είχαν να φάνε για να κάνουνε παραγωγές. Ό,τι λεφτά είχανε τα βάζανε στις παραγωγές δεν τα έβαζαν στην τσέπη τους. Ο Λεμπέσης έφυγε στο Φλέμινγκ. Και τώρα να ζούσε τα ίδια θα έκανε. Ήταν αυτής της σχολής, όπου δεν το έκαναν  βιοποριστικά, αλλά το έκαναν με πολλή αγάπη, ότι αυτό ξέρουν και αυτό θέλουν να κάνουν. Σήμερα δεν υπάρχει αυτό. Φυσικά και υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις. Όμως, γενικά υπάρχει ένα μπέρδεμα…

Αναφέρεσαι στους παραγωγούς ή στους ηθοποιούς;

Άκου, και με αυτήν την ευκαιρία να ξεκαθαρίσουμε και κάτι. Επειδή διαβάζω παντού ότι χωρίς τους ηθοποιούς δεν υπάρχει θέατρο. Βεβαίως και είναι έτσι. Όμως, όπως με πονάνε οι ηθοποιοί, με πονάει και η πλευρά της παραγωγής, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι χωρίς τους θεατρικούς παραγωγούς, επίσης δεν υπάρχει θέατρο. Από το καλημέρα σας, όταν ανοίγει η πόρτα ενός θεάτρου, είτε μικρού, είτε μεγάλου, μόνο τα λειτουργικά έξοδα (χωρίς τα έξοδα του προσωπικού) είναι υπέρογκα. Και φυσικά όλες οι παραστάσεις δεν πάνε καλά, αλλά ακόμη και να πάνε καλά, μόνο το ρεύμα κοστίζει πόσα… Σε μια παράσταση δεν είναι μόνο όσοι βλέπουμε… Από πίσω είναι ακόμη 20 άτομα. Οπότε, έχω να πω ότι το θέατρο δεν θα υπήρχε και χωρίς τους θεατρικούς παραγωγούς. Ο θεατρικός παραγωγός είναι ο καπετάνιος και το θέατρο είναι το σπίτι του και είναι ρίσκο σήμερα να κάνεις παραγωγές. Είναι πολύ λίγοι πια αυτοί που έχουν ιδιόκτητα θέατρα. Τα ποσά για τα ενοίκια είναι επίσης υπέρογκα και πρέπει να δίνονται κάθε μήνα, πηγαίνει ή δεν πηγαίνει καλά η παράσταση. Και ακολουθούν ΙΚΑ, Εφορίες κ.λπ., κ.λπ. Ας σκεφτούμε λοιπόν λιγουλάκι και τους θεατρικούς παραγωγούς, που κι αυτοί περνάνε πολύ δύσκολα. Σημείο αναφοράς μου η Κάτια Δανδουλάκη ΜΟΥ, κυρία με όλη τη σημασία, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου (ΠΕΕΘ) και από τις καλύτερες παραγωγούς που έχουν  υπάρξει στο ελληνικό θέατρο, σπάνια εργοδότης, με σεβασμό και αγάπη.

Υπάρχει ακόμη αυτή η Ένωση;

Δυστυχώς όχι πια. Την ίδρυσε ο Κώστας Μουσούρης και για 60 χρόνια ήταν όλοι οι παραγωγοί και οι θιασάρχες στην Ένωση, όπου υπογράφονταν οι συλλογικές συμβάσεις και των ηθοποιών και των τεχνικών.

Νταίζη, σχετικά με όλο αυτό που γίνεται τώρα τελευταία, με το προσοντολόγιο των ηθοποιών κ.λπ., δεν έχω καταλάβει ακριβώς ποιος έχει «δίκιο και ποιος έχει «άδικο»…

Κανείς δεν έχει καταλάβει. Είναι λίγο μπερδεμένο και πρέπει να βρεθεί μια χρυσή τομή, από εμπνευσμένους ανθρώπους. Το θέατρο, βάλε και την περίοδο του κορωνοϊού, έχει περάσει πολύ δύσκολα. Ο καθένας λοιπόν στο σπίτι του, έχει τον δικό του πόνο και τα δικά του προβλήματα κι όλο αυτό μας ρίχνει. Όταν μας ρίχνει δεν έχουμε έμπνευση. Δεν αγωνιζόμαστε. Κι αφήνουμε να αγωνίζονται άνθρωποι, που μπορεί να είναι πολύ ικανοί ή πολύ πιο νέοι, άρα πολύ πιο ορμητικοί και με όρεξη, που δεν έχουν όμως την εμπειρία, κι εκεί αρχίζει το μπέρδεμα. Εισβάλλουν μέσα στην ιστορία κομματικές καταστάσεις, που είναι πολύ λάθος, γιατί είναι σημείο κομβικό πολιτισμού και είμαστε στη χώρα που προάγει τον πολιτισμό. Δεν μπορούμε διαρκώς να τα κομματικοποιούμε όλα. Τι πάει να πει, εσείς οι από εδώ κι εσείς οι από κει; Αυτή τη στιγμή παλεύουμε όλοι για το ίδιο πράγμα, που είναι και η ψυχή μας. Τώρα βέβαια μιλάς και σε ένα παιδί που έχει μεγαλώσει μέσα σε μια παντοδύναμη  Πανελλήνια Ένωση Ελεύθερου Θεάτρου (ΠΕΕΘ), που υπήρχαν πολλοί παντελονάτοι και καθάριοι άνθρωποι, που έβλεπαν πέρα από τη μύτη τους και πέρα από το προσωπικό τους συμφέρον. Οπότε μου είναι πολύ δύσκολο, όλο αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Και δεν είναι η παρελθοντολογία μου που επικρατεί. Άσε που η δική μου παρελθοντολογία είναι και η πρώτη εθνική. Οπότε κάτσε να μάθεις, όπως έμαθα κι εγώ. Γιατί έχουν γίνει αγώνες με κεφαλαίο το Α, που σήμερα δεν γίνονται. Από την άλλη, επειδή κανείς δεν μιλάει για τους θεατρικούς παραγωγούς, αν δεν ήταν αυτοί ή και οι θιασάρχες και γενικά όποιος κάνει τις παραγωγές, δεν θα υπήρχε θέατρο. Θέλω να τονίσω λοιπόν ότι το άθλημα είναι ομαδικό. Όπως και οι ηθοποιοί, έτσι και οι θεατρικοί παραγωγοί δεν περνάνε εύκολα. Έχουν περάσει και περνάνε δύσκολα. Τα λειτουργικά έξοδα ενός θεάτρου, όπως είπαμε ήδη, είναι τεράστια. Μαζί με εφορίες, ασφάλειες και όλα τα άλλα. Δε μπορώ να ακούω μόνο για τους ηθοποιούς, τους οποίους θαυμάζω και στηρίζω και αγαπώ. Δεν υπάρχει θέατρο χωρίς και  τους θεατρικούς παραγωγούς. Κάποιος πρέπει να μιλήσει και για αυτούς. Για τον δικό τους αγώνα, τα δικά τους προβλήματα, τα δικά τους άγχη και τα δικά τους όνειρα. Με αυτά τα όνειρα ανεβάζουν τις παραστάσεις.

Η δική σου επαγγελματική πορεία μοιάζει να ήταν προδιαγεγραμμένη…

Με τόσο βαρύ όνομα, το προφανές είναι το «ναι». Όμως, επειδή είμαι πολύ περήφανο παιδί και δεν ήθελα να λένε «η κόρη του Λεμπέση, τι ανάγκη έχει κι αυτή», αποφάσισα να φύγω για σπουδές, να αποκτήσω γνώσεις, πήρα 4 πτυχία και στάθηκα με τις δικές μου δυνάμεις στα πόδια μου. Ήθελα λοιπόν να αποδείξω ότι δεν είμαι απλά η κόρη του τάδε ή η εγγονή της τάδε. Έβλεπα κι άλλων παιδιά και πόσο «υπέφεραν», μέσα σε αντίστοιχες συνθήκες και δεν ήθελα να γίνω έτσι. Επίσης, δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός, γιατί ντρέπομαι, αν και το ‘χω περάσει κι αυτό  στα πλαίσια της θεατρολογίας,  έπρεπε βλέπεις να ανέβω και στη σκηνή προκειμένου να ολοκληρωθούν οι σπουδές… αν το ήξερα δεν θα το έκανα…

Για αυτόν τον λόγο δεν θέλησες να γίνεις ηθοποιός; Επειδή ντρέπεσαι;

Ντρέπομαι πάρα πολύ. Και όταν ο μπαμπάς μου είναι 10 στο 10 δεν υπάρχει πιο πάνω. Οφείλεις λοιπόν να το διατηρήσεις το 10 στα 10. Για μένα όμως το 10 στα 10 είναι η  Έλλη Λαμπέτη. Αυτήν την κορυφή λοιπόν δεν θα την άγγιζα. Οπότε γιατί να το κάνω; Απλά για να λένε;

Δεν φοβήθηκες όμως το βαρύ όνομα και τη σύγκριση, όταν αποφάσισες να ασχοληθείς με την παραγωγή;

Όχι. Όχι, γιατί ήταν το σπίτι μου. Για να καταλάβεις, στα μεγάλα θέατρα, αν με πας με κλειστά τα μάτια ξέρω να πάω σε όλες τις γωνιές. Το σχολικό με άφηνε είτε στο Καρέζη, είτε στο Αλίκη, είτε στο Λαμπέτη. Όλο αυτό λοιπόν μου ήταν πολύ οικείο κι έτσι είχα μάθει, μιας και άρχισα να δουλεύω περίπου στα 7 μου. Στην πρώτη μου περιοδεία ήμουν Δημοτικό. Τεράστια περιοδεία, με τη Λυσιστράτη, με τον Λάκη Λαζόπουλο, Σταμάτη Κραουνάκη, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά, την οποία είχε αναλάβει η μαμά. Και την ίδια ακριβώς χρονική περίοδο, την άλλη Λυσιστράτη, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, την είχε αναλάβει ο μπαμπάς. Και στο διάλειμμα από τον Λάκη που ήμουνα εγώ, πήγαινα και στην Αλίκη. Κι έκανα ταξιθεσία, έδινα πρόγραμμα, βοηθούσα στο ταμείο, έτρεχα για ψιλά, στα θερινά, όταν έβρεχε, καθάριζα τα καθίσματα… Έτσι μεγάλωσα. Έπρεπε πάντα να δουλεύω. Και αυτό τους το χρωστάω. Θα μπορούσα να ήμουν η κυρία σνομπαρία, αλλά ήταν τόσο ταπεινοί όλοι και τόσο στην ουσία και της άποψης ότι η δουλειά δεν είναι ντροπή, αλλά ντροπή είναι να μην δουλεύεις.  Κι ο Κωνσταντίνος της Καρέζη έτσι μεγάλωσε. Η Σμαράγδα Καρύδη, του Ντίνου, τα ίδια. Αυτή ήταν η νοοτροπία.

Λες όμως ότι ντρέπεσαι.

Ναι πολύ…

Χρησιμοποιείς όμως καθημερινά τα social, όπου…

Λέω τον πόνο μου…

Αρχικά επιλέγεις στα social να δείχνεις την ψυχή σου και τη φωτεινή πλευρά των πραγμάτων.

Ναι. Έτσι είμαι φτιαγμένη. Ό,τι μου ‘ρθει στο κεφάλι θα το πω. Δεν μπορώ να πω ψέματα. Αυτή είναι η ψυχή μου.

Δεν έχεις πρόβλημα να δείξεις την ψυχή σου;

Όχι ποτέ. Και το πληρώνω…

Δηλαδή;

Το πληρώνω με ανθρώπους που λένε δεξιά κι αριστερά διάφορα, από ανθρώπους που μπορεί να έχουν επηρεαστεί αρνητικά ή από ανθρώπους που μπορεί να αγαπάω και να έχω πληγωθεί πολύ. Εγώ βλέπεις μ’ αυτά πληγώνομαι, γιατί στις φιλικές μου σχέσεις επενδύω. Ήμουνα έτσι απ’ όταν με θυμάμαι… δεν μπορώ να αλλάξω τώρα.

Και  επιμένω. Λες ότι ντρέπεσαι, αλλά στα social μιλάς για τα πάντα όλα. Για το αυτοάνοσό σου, για την δίαιτά σου…

Α, για αυτά δεν ντρέπομαι καθόλου. Όταν η ψωρίασή μου ήταν σε έξαρση και την φωτογράφισα, να ήξερες μόνο πόσος κόσμος μου ζήτησε να μιλήσουμε. Άνθρωποι που ξέρω κι άνθρωποι που δεν ξέρω. Με κάποιους από αυτούς βγήκαμε και για καφέ και μου στέλνουν μηνύματα για να μου πούνε ότι έχουν πάρει θάρρος από εμένα. Σε όλους τους ευαίσθητους ανθρώπους, όλα αυτά που ζούμε και η πίεση κάπου θα ξεσπάσουν. Σε μένα εδώ και πέντε χρόνια ξέσπασε με αυτό το αυτοάνοσο, που έρχεται, φουντώνει, ξαναφεύγει. Επειδή τον τελευταίο χρόνο έχω περάσει διάφορα ζόρια, πάντα με χαμόγελο -δεν μπορώ την κλάψα καθόλου- εμφανίστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Είχα παντού, εκτός από το πρόσωπο. Αυτό που πολλοί δεν ξέρουν είναι ότι κάνουμε κακό στον εαυτό μας. Την περίοδο της έξαρσης έκανα ακόμη και πόρτα, ενημερώνοντας βεβαίως ότι δεν είναι κάτι κολλητικό. Έρχεται και φεύγει. Υπάρχουν πολύ σοβαρότερα αυτοάνοσα. Σε αυτά τα θέματα δεν ντρέπομαι καθόλου. Ντρέπομαι, όμως, να μου πεις ανέβα στη σκηνή να μιλήσεις. Θυμήσου, στα θεατρικά βραβεία Θεσσαλονίκης, όταν ανέβηκα να πάρω το βραβείο για τους γονείς μου ή τότε στο Αθηνόραμα που παρέλαβα το βραβείο του Σταμάτη Κραουνάκη. Γελάει ο κόσμος. Ευτυχώς, όμως, με ξέρουν. Αλλά να σου πω και κάτι; Δεν είναι κακό να ντρέπεσαι! Ας ντρέπεται και κανένας στις μέρες μας…

Οπότε, στα social τολμάς και ξεπερνάς τα όριά σου;

Ε, γι’ αυτό γράφω συχνά «ξεπερνώντας τα όρια»… Ντρέπομαι πολύ. Έχω μοιάσει της μαμάς μου. Όμως, εάν μπροστά μου δω να γίνεται κάποια αδικία, θα γίνω έξαλλη κι ας είσαι όποιος θέλεις…Έτσι και δω ότι έχεις κάνει αδικία ή ότι είσαι μουλάρι θα βγει μπροστά ο Σκορπιός. Από μικρή το είχα, δεν μπορώ να αδικούν. Κι επειδή πάντα, καλώς ή κακώς, ήμουν, εντός εισαγωγικών, σε θέση εξουσίας, μπορώ να γίνω έξαλλη. Όπως, επίσης, μη μου αδικήσεις φίλο μου. Οι φίλοι είναι πάνω απ’ όλα. Μην τολμήσεις να μου πειράξεις άνθρωπο που αγαπάω, αδίκως. Δεν θα σου ξαναμιλήσω ποτέ και δεν μ’ ενδιαφέρει κι ας είσαι και η βασίλισσα της Αγγλίας.

Αυτή η στάση σου φάνηκε και πρόσφατα, σχετικά με αυτό που υποστήριξες.

Εγώ, Έλενα, είμαι με το θέατρο. Και ό,τι περιλαμβάνει το θέατρο. Το θέατρο τους έχει όλους μέσα. Ή εν πάση περιπτώσει το θέατρο που ξέρω εγώ.

Υπαινίχτηκα τη στήριξή σου στον Γιώργο Κιμούλη… Προσωπικά, δεν ξέρω πως να αντιμετωπίσω όλο αυτό το θέμα. Το me too και όλα όσα έχουν γίνει με αφορμή αυτό…

Άκουσέ με.  Γιατί για εμένα, ο χώρος μας είναι μια μικρή οικογένεια. Ξέρει  ο ένας ποιος είναι ο άλλος και μ’ όλα μας τα στραβά, γιατί όλοι μας έχουμε, όλοι μας είμαστε με λάθη, όντα ατελή, τέλειος είναι μόνο ο Θεός και εμείς δεν είμαστε Θεοί… Αφήνω τη συμπεριφορά μου ως παρακαταθήκη στο όνομα  που κουβαλώ, στους ανθρώπους που με έχουν μεγαλώσει, στο πόση αγάπη έχω πάρει, στο πόσο χορτάτο παιδί είμαι, στο πόσο αγαπάω το θέατρο. Αυτό ήθελαν οι γονείς μου και αυτό κάνω. Με μεγάλωσαν με γνώμονα να μπορώ να βοηθάω. Θα μου πεις, είναι εποχές που μπορεί να μείνεις στην ψάθα. Ε, ας μείνω στην ψάθα. Αλλά θέλω να κοιμάμαι ήσυχα και να κοιτάω τους ανθρώπους στα μάτια. Μέσα σε όλο αυτό που έχει γίνει  υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζω σχεδόν σε όλη μου τη ζωή. Δηλαδή τον Δημήτρη Λιγνάδη τον γνωρίζω από 12 χρονών. Μου τον γνώρισε η Αλίκη, όταν έπαιζε με την Νόρα, Αντιγόνη, και είχαμε πάει στη Ρόδο να τους δούμε… Ο Δημήτρης, που μάλιστα λένε πόσο πολύ ψωνίστηκε αργότερα με το Εθνικό, για εμένα ήταν πάντα ο ίδιος Δημήτρης από τότε που ήμουν 12 χρονών. Δεν είδα ποτέ όλο αυτό το σκοτάδι. Ήταν πάντα ο ίδιος Δημήτρης απέναντι σε μένα. Για μένα, λοιπόν, όλο αυτό που έχει γίνει είναι πάρα πολύ στενάχωρο. Δηλαδή, τι να πω ψέματα; Δε θα πω. Δε σέβεσαι κανέναν με το να λες ψέματα. Πόσο μάλλον τον εαυτό σου. Πάρα πολύ στενάχωρο. Ο Γιώργος  Κιμούλης είναι ένας δύσκολος χαρακτήρας, δε νομίζω ότι το έκρυψε ποτέ. Ναι, το γνωρίζουμε. Όπως και ότι δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι είναι ένας πολύ καλός ηθοποιός, ταγμένος στο θέατρο που είναι η ζωή του. Δεν έχει βίλες, δεν κάνει κοσμική ζωή, διαβάζει ακατάπαυστα. Έχει κάθε δικαίωμα να παίζει και να σκηνοθετεί. Από εκεί και πέρα, είναι προσωπική επιλογή του καθενός μας το τι θα κάνει, αν θα πάει να τον δει ή όχι. Αν θα συνεργαστεί ή όχι. Δεν μπορεί να μην παίξει ο Γιώργος. Μην πας να τον δεις και μην πας να συνεργαστείς. Και το έργο που ανέβασε Η συνάντηση ήταν ένα στοίχημα. Και για εμένα ήταν ένα στοίχημα. Σαφώς και πιστεύω  στην καλλιτεχνική του  πορεία, στο ταλέντο του. Σαφέστατα δεν ήξερα εάν η παράσταση   θα πάει καλά. Δε θέλω να πω ψέματα. Πάει όμως καλά.

Πώς το δικαιολογείς αυτό;

Είναι ο  Γιώργος Κιμούλης.  Δεν νομίζω πως υπάρχει κάποιος που να αμφισβητεί την καλλιτεχνική του αξία. Το κοινό αποφασίζει και κρίνει. Πάντα το κοινό.

Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με τον Λιγνάδη ή με τον Φιλιππίδη;

Δεν είναι το ίδιο. Εκεί έχουμε δικαστικές αποφάσεις. Ο Γιώργος δεν έχει δικαστεί για κάτι. Είναι θέμα συμπεριφοράς. Τα άλλα είναι πολύ πιο σοβαρά πράγματα. Κι επειδή δεν μ’ αρέσει να λέω ψέματα, στεναχωριέμαι πάρα πολύ. Βεβαίως και πιστεύω στη δικαιοσύνη, βεβαίως πιστεύω την όποια γυναίκα που έχει καταπιεστεί ή μπορεί να έχει δεχτεί την όποια επίθεση, δεν το συζητάω. Σαφώς και πρέπει να λέμε αλήθειες και να υποστηρίζουμε με σθένος τα πιστεύω μας.  Αλλά βρε παιδιά… κι αυτή η ανθρωποφαγία… Υπάρχουν οι αρμόδιοι και βρίσκονται στα δικαστήρια, θα κριθούν όλοι. Δεν είμαι δικαστής ούτε και θέλω να είμαι.

Δεν υπάρχουν όμως δικαιολογίες…

Μα δεν το συζητώ αυτό. Αλλά μην παίρνουμε και το τσεκούρι … και αυτό είναι που με τρομάζει. Η ευκολία που παίρνουμε ένα τσεκούρι και αρχίζουμε να κόβουμε κεφάλια. Είναι η ευκολία που με τρομάζει. Είναι το ότι όλοι τα ξέρουμε όλα, όλοι τους ξέρουμε όλους και όλοι κρίνουμε. Και με την Πηνελόπη Αναστασοπούλου και με τον Μάριο Αθανασίου και με τον Χάρη Τζωρτζάκη είμαι (στην παράσταση Ποντικοπαγίδα) και σκίζουν και είναι κι εξαιρετικά πλάσματα και πολύ ταλαντούχα και επαγγελματίες, έντονα κοινωνικοποιημένοι και έχουν το θάρρος της γνώμης τους. Θέλω να πω, εμένα το θέατρο είναι το σπίτι μου. Το αγαπάω, το πονάω, περνάει δύσκολα. Με μια κουβέντα, είναι πάρα πολύ στενάχωρο. Για όλους. Θες να μου πεις ότι της Πηνελόπης δηλαδή της είναι εύκολο όλο αυτό; Όχι δεν είναι. Είναι στενάχωρο για όλους.

Ήταν γνωστό όλο αυτό;

Κάποιες  συμπεριφορές βεβαίως και ήταν. Βλέπεις καμιά φορά μας παρασύρει η επιτυχία, ότι γεμίζουμε τα θέατρα, ότι μας αγαπάει ή μας θαυμάζει το κοινό. Η εξουσία συνήθως έχει κακά αποτελέσματα.  Σαφώς και πιστεύω στη Θεία Δίκη, δεν το συζητώ. Για όλους μας. Αλλά παιδιά, όταν έρχεται και έχει αποδοθεί η τιμωρία… φτάνει. Υπάρχουν παιδιά που δεν φταίνε σε τίποτα. Ο γιος του Πέτρου είναι ένα εξαίρετο πλάσμα. Τον ρωτάει κανείς πώς νιώθει; Πώς δουλεύει; Είναι πολύ εύκολο να μιλάει κανείς. Υπολογίζουμε τι πάει να πει καταστρέφεται μια ζωή;  Ρωτάει κανείς το τι ζόρια μπορεί να τραβάει;  Δεν τον γνωρίζω,  ελάχιστες φορές  τον έχω δει, αλλά τον ρωτάει κανείς τι δύναμη απαιτείται για να αντιμετωπίσει όλο αυτό; Που σου αλλάζει όλη σου τη ζωή; Και δεν υπάρχει και περιθώριο ανάκαμψης, που το κάνει ακόμα πιο δύσκολο. Δε ξέρω αν είμαι σωστή ή λάθος, αλλά θέλω να είμαι ταπεινή, θέλω να αγαπάω, θέλω να είμαι εντάξει άνθρωπος και θέλω να κοιτάω τους άλλους στα μάτια.

Τι πρέπει να έχει κάποιος για να είναι φίλος σου; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των φίλων σου;

Να είναι καλά παιδιά.

Τι σημαίνει αυτό;

Να είναι καλά παιδιά, σε μη καλή εποχή. Να είναι καθάρια παιδιά, να σέβονται τη φιλία και να λένε αλήθειες. Αγαπάω την αλήθεια και αγαπάω το φως, παρότι αγαπημένο χρώμα είναι το μαύρο, κι όχι το σκοτάδι. Οπότε, και στα πιο δύσκολά μου, δεν χάνω το χαμόγελό μου και δε λέω ποτέ το «γιατί σε μένα». Πιστεύω και πολύ. Και το καντήλι μου είναι πάντα αναμμένο στο σπίτι. Καλά να μας έχει ο Θεός, για κάποιο λόγο γίνονται όλα… Να μάθουμε να συγχωρούμε ακόμη κι αυτούς που μας έχουν πληγώσει ή μας έχουν πατήσει κάτω ή μας έχουν εκμεταλλευτεί. Εγώ αυτή είμαι κι έχω περίσσευμα αγάπης, γιατί έχω μεγαλώσει με πάρα πολλή αγάπη και ήρθε η ώρα, όπως μ’ έχουν μεγαλώσει, όλο αυτοί και όχι μόνο οι γονείς, κι εγώ με τη σειρά μου να δώσω πάρα πολλή αγάπη. Εξάλλου είμαι μεγαλωμένη από τον Γιώργο Λεμπέση, που δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον πατέρα του, γιατί τον σκότωσαν, και ο ίδιος κατάφερε να συγχωρήσει τον δολοφόνο του πατέρα του. Πώς θα μπορούσα να είμαι αλλιώς;

Με πόσες λέξεις σε περιγράφεις;

Εγώ, εμένα;

Ναι. Με πόσες λέξεις και ποιες είναι αυτές…

Πω, πω, πω… δεν το ‘χω να μιλάω για τον εαυτό μου… Λοιπόν… Πείσμων, Περήφανη, Έντιμη, Καλή Φίλη ουσίας, νομίζω αληθινή και ταπεινή και καλή μαγείρισσα.

Εγώ λοιπόν μπορώ να σε περιγράψω με μια λέξη…

Α, για πες…

Παιδί.

Ναι, ευτυχώς δεν το ‘χασα ποτέ. Παρ’ ότι μου έχουν τύχει δύσκολα πράγματα, τα οποία κατάφερα να αντιμετωπίσω και τελικά μου βγάζω το καπέλο. Πριν λίγες ημέρες η μαμά μου, ένας πολύ γλυκός και καλός άνθρωπος, αλλά πάρα πολύ δύσκολος άνθρωπος, μου έστειλε ένα sms όπου έγραφε «σε αγαπάω και σε θαυμάζω». Από αυτόν τον δύσκολο άνθρωπο λοιπόν αυτό ήταν δώρο ζωής και είναι ό,τι ωραιότερο θα μπορούσε να μου κάνει κανείς ως δώρο για όλη μου τη ζωή και γι’ αυτό το έβαλα εξώφυλλο στο facebook, για να το βλέπω κάθε μέρα. Ψήλωσα πολύ εκείνη την ημέρα.

Είπες πριν ότι είσαι καλή μαγείρισσα. Και σου τίθεται τρίλημμα και εσύ πρέπει να αποφασίσεις ένα: το θέατρο ή το εξοχικό στους Αγίους Θεοδώρους για να γράψεις, να κολυμπάς να δέχεσαι τους φίλους σου ή να ανοίξεις ένα ταβερνάκι.

Και τα τρία.

Όχι, ένα θα μου πεις.

Και τα τρία. Αφού μπορείς να τα κάνεις και τα τρία. Δεν μπορώ εγώ με το ένα. Είμαι αρρωστάκι. Πρέπει 24 ώρες το 24ωρο να δουλεύω. Ξεφεύγω με τη μαγειρική. Το είχα από πολύ μικρή και είναι η δική μου διέξοδος. Δεν μαγειρεύω για μένα. Μαγειρεύω για τους άλλους και ιδανικά θα ήθελα κάθε μέρα, να είναι οι φίλοι μου στον εξωτικό πέμπτο και να μαγειρεύω. Θα το ήθελα πάρα πολύ. Αλήθεια είναι ότι θα ήθελα κάποια στιγμή να ανοίξω κάτι σαν ταβερνάκι, μου το έχουν πει και διάφοροι, μπορεί και να το κάνω. Κι εκεί όμως όλο το θέατρο θα έρχεται… οπότε είναι συνδυασμός. Και οι Άγιοι Θεόδωροι είναι το καταφύγιο μου. Πάντα από μικρό παιδί, είμαι πολύ σταθερή, σπανίως αλλάζω και γενικά μ’ εκνευρίζουν οι αναβλητικοί άνθρωποι και οι άνθρωποι που αλλάζουν γνώμες. Μπορώ να τρελαθώ. Εγώ άμα σου πω αυτό. Είναι αυτό. Πρέπει να αλλάξει η γη για να το αλλάξω. Από μικρό παιδί έλεγα ότι δεν ξέρω αν θα παντρευτώ, μάλλον είμαι κατά του γάμου, γιατί έχω δει τι πάει να πει γάμος, από τους γονείς μου, τη γιαγιά μου, τους φίλους μου… Έλεγα λοιπόν ότι θα φυτεύω βότανα, τα μαρουλάκια μου και τα κρεμμυδάκια μου και θα έχω και τις πορτοκαλιές μου και θα μαζεύω κόσμο, για να μαγειρευοτσουκαλίζω.

Καταλήγουμε πάντα στον κόσμο;

Πάντα. Πάντα.

Και μάλλον στον κόσμο του θεάτρου περισσότερο.

Ε, ναι στους φίλους μου βασικά. Όταν είσαι όλο το 24ωρο εκεί, ε αυτός είναι ο κόσμος σου.

Νταίζη, είχες πει παλαιότερα ότι ο χρόνος σταμάτησε όταν, απροσδόκητα, ο Κούρκουλος πήρε τη  Μελίνα και χόρεψαν μαζί. Για σένα πότε σταματά ο χρόνος;

Ο χρόνος…  Ο χρόνος σταματά, όταν δω έναν ηθοποιό που θα με κάνει να υποκλιθώ. Σταματάει με ένα ωραίο βιβλίο. Είμαι βιβλιοφάγος, αν και δεν έχω πια τον χρόνο, όπως πριν. Σταματά, επίσης, με μια πολύ ωραία ταινία. Αγαπώ σινεμά! Σταματά και στα τραγούδια του Σταμάτη ΜΟΥ Κραουνάκη. Υπάρχουν οι ΜΟΥ, όπως έχεις καταλάβει. Και ο Σταμάτης είναι ΜΟΥ. Είναι έρωτας από την πρώτη στιγμή. Τον γνώρισα στην περιοδεία της Λυσιστράτης, στην Καβάλα… ήμουν στο δημοτικό σχολείο και νομίζω ότι τον ερωτεύτηκα από το πρώτο δευτερόλεπτο. Για να είμαι ειλικρινής, από μια ανόητη παρεξήγηση δεν μιλούσαμε για 3-4 χρόνια… Τα βρήκαμε, όμως, το καλοκαίρι και είμαι ευτυχής, γιατί ο Σταμάτης για μένα είναι οικογένεια. Είναι ο άνθρωπός μου… Για να καταλάβεις, είναι ο μόνος άνθρωπος στον οποίο σήκωσα το τηλέφωνο, όταν πέθανε ο Κώστας Καζάκος. Είναι ο Σταμάτης ΜΟΥ. Θέλω να τον έχει ο Θεός καλά, να έχει την έμπνευση να γράφει τις τραγουδάρες που γράφει και που μιλάνε κατευθείαν μέσα μας και νομίζω ότι είμαι ερωτευμένη με όοοοολλλλαααα του τα τραγούδια. Φέτος δε στο Άλσος, γίνεται κατάθεση ψυχής, ε και δεν είναι τυχαίο που είναι συνέχεια γεμάτο. Επέλεξα να πάω την 1η του χρόνου, αν και είχα ξαναπάει (είχαμε κάνει εκεί τη βραδιά για τον Βασίλη Μπουζιώτη) και άνοιξε και πάλι η ψυχή μου. Και να μην είσαι ερωτευμένος, ερωτεύεσαι! Σταματάει, όμως, και με μια υπέροχη τυρόπιτα κουρού -όταν δεν κάνω δίαιτα η λιχούδα…-. Ο χρόνος σταματάει επίσης με ανυπέρβλητους έρωτες! Και το εύχομαι σε όλους μας.

Ανυπέρβλητους έρωτες ακούω…

Ε, ναι. Αν και δεν τα έχω πολύ με τα ζώδια, έχω διαβάσει ότι ο Σκορπιός είναι ορμητικός και παθιασμένος και με γκάζια κι εγώ έτσι είμαι πάντοτε με γκάζια… ποτέ δεν μπορώ τα ήρεμα… Ή είναι ανυπέρβλητος ή δεν είναι!!!

Υπάρχουν πολλοί ΜΟΥ στη ζωή σου;

Όχι, όχι. Δείχνω ένα πολύ εύκολο παιδί, γιατί είμαι ένα γλυκό παιδί… -θα πρέπει να με φτάσεις εκτός ορίων για να γίνει η έκρηξη κι αν γίνει, ε τότε μένω αξέχαστη-… Αυτό το έχω πάθει στη ζωή μου τέσσερις φορές. Μια ήταν με τον πατέρα μου, όπου πρώτη φορά τον είδα να κάθεται σούζα. Για να επανέλθω, όμως, όχι δεν υπάρχουν πολλοί ΜΟΥ, αν και υπάρχουν στο μυαλό μου, γιατί έχουν «φύγει» αρκετοί… Θα πρέπει να πω ότι η Ζωή Λάσκαρη ήταν, είναι και θα είναι για πάντα ΜΟΥ, γιατί τη Ζωή, εν αντιθέσει με την Αλίκη και την νονά μου τη Τζένη, την έζησα πολύ. Εννοώ ότι την έζησα και ως μεγάλη. Η νονά μου, όταν «έφυγε», ήμουνα ακόμη στο σχολείο και την Αλίκη την έζησα μέχρι το πανεπιστήμιό  μου στην Αγγλία (χαμογελάει, το βλέμμα στρέφεται στο γαλάζιο τ’ ουρανού και αναπολεί…). Εκεί να δεις τι είχε γίνει, όταν είχε έρθει να μ’ επισκεφτεί… άντε να εξηγείς στα παιδιά, γιατί είχαν έρθει να σε δούνε η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Σταμάτης Φασουλής και η Νόνικα Γαληνέα. Για τη Ζωή Λάσκαρη, πρέπει να πω ότι είχε μαγκιές που σπανίζουν… ήταν παντελονάτη, κάτι που μου αρέσει πολύ. Είχα την τιμή να μ’ έχει για φίλη της, ανεξαρτήτως γονιών. Ο Μίνως Βολανάκης, επίσης ΜΟΥ. Από δέκα χρονών παιδί πήγαινα μαζί του για καφέ. Είχα την τύχη να μ’ έχει επιλέξει. Ο τεράστιος, ο κορυφαίος, ο κλειστός, σε εμένα ανοιγόταν πάντα, αν και όταν ήμουνα παιδί αυτό δεν το καταλάβαινα. Κάποια στιγμή είχα δουλειά κι είχα αρνηθεί και ο Σταμάτης Φασουλής με «μάλωσε», λέγοντας «σου είπε ο Βολανάκης να πάτε για καφέ κι εσύ είπες όχι; Θα πας τώρα. Εμένα δεν μου ‘χει πει ποτέ». Ήταν σχέση ζωής, εντελώς ΜΟΥ και μου λείπει πάρα πολύ. Άλλος ΜΟΥ, ο Κώστας Τσιάνος. Οικογένεια. Να τον έχει ο Θεός καλά, για να μας δώσει κι άλλα, γιατί αυτός ο θεατράνθρωπος έχει πολλά ακόμη να δώσει. Ναι, υπάρχουν άνθρωποι που είναι ΜΟΥ, παρόλο που λόγω δουλειάς είτε λόγω απόστασης, μπορεί να μην βρισκόμαστε τόσο συχνά. Όμως, η αγάπη είναι αγάπη. Και για δες… τελικά υπάρχουν πολλοί ΜΟΥ.

Να ένας ωραίος τίτλος, για ένα βιβλίο που δεν θέλεις να γράψεις. «ΜΟΥ».

Δεν είναι ακριβώς ότι δεν θέλω να το γράψω. Πρέπει, όμως, να κάτσω και ν’ ασχοληθώ μ’ αυτό. Και το έχω υποσχεθεί και στον μπαμπά. Κι έχω πάρει και επαίνους,  για το γράψιμο και στην Αγγλία και στην Αμερική.

Είχες πει όμως ότι αρκεί το βιβλίο του πατέρα σου…

Κοίταξε…  επειδή κυκλοφορούν πολλοί, οι οποίοι γράφουν και λένε ότι με τον τάδε υπήρξαμε κολλητοί και δεν έχουν δει ούτε τη μύτη του παπουτσιού τους… Εκτός από τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη ΜΟΥ, ο οποίος με την ευστροφία που τον διακρίνει, ό,τι έχει γράψει είναι με απόλυτη αγάπη και σεβασμό. Δεν θέλω να αδικήσω κάποιον που μπορεί να έχω ξεχάσει, αλλά γενικά όσα βιογραφικά κυκλοφορούν, δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα…

Νταίζη, τι ευχή σου έχει δώσει ο πατέρας σου;

Θα σου πω. Όταν πλησίαζε το τέλος κι επειδή τα είχε 400 και ήμουν σίγουρη ότι το ήξερε, αποφάσισα από μόνη μου -η μαμά ήταν σε άσχημη κατάσταση κι ο Παναγιώτης μικρός-, να καλέσω τους αγαπημένους του, για να τον αποχαιρετίσουν. Ήταν καμιά δεκαριά άνθρωποι που τηλεφώνησα. Τελευταίοι ήρθαν η  φίλη του Μαρί Κωνσταντάτου και ο Γιάννης Φέρτης -σχολή ολόκληρη- ένας ακόμη ΜΟΥ. Αν με ρωτήσεις ποιον θαυμάζω -γιατί όπως και η μαμά θαυμάζω σπάνια- κι εκτιμάω σπανιότερα, αλλά αγαπάω πολύ, ο Γιάννης Φέρτης και ο Αλέκος Αλεξανδράκης είναι οι άνθρωποι που με έμαθαν τι πάει να πει ταπεινότητα. Όταν έφυγε ο μπαμπάς μου, ήταν ξημερώματα και είχε έρθει πολύς κόσμος στο σπίτι για καφέ. Αφού έφτιαξα αρκετούς καφέδες, πήγα στο Θέατρο Λαμπέτη για να το αποχαιρετίσω. Και ήταν η μόνη στιγμή που επέτρεψα στον εαυτό, για δύο λεπτά, να κλάψει… Αποχαιρέτισα και από τότε ξαναπήγα στο Λαμπέτη το περασμένο Πάσχα, όταν μου τηλεφώνησε ο Απόστολος Γκλέτσος, για να μου πει ότι δόθηκε το όνομα του πατέρα μου στη Θερινή Σκηνή. Ήταν Μεγάλη Τρίτη κι έβρεχε… κι εγώ έξω από το Λαμπέτη καθηλωμένη. Έβγαλα αυτήν τη φωτογραφία για να τη στείλω στην μαμά και στον αδελφό μου -δεν τους είχα ενημερώσει, μήπως και τελικά δεν γινόταν-. Ήταν κι αυτή μια στιγμή που είχε σταματήσει ο χρόνος. Ο πατερούλης μου ήταν τυχερός, γιατί έφυγε όπως έπρεπε. Πλαισιωμένος από όλους τους συνεργάτες και φίλους και είναι πολύ σημαντικό επίσης ότι δεν σταμάτησε ποτέ κανείς να τον μνημονεύει. Η Μάρθα Βούρτση, σπουδαία φίλη της παλιάς καλής σχολής, ανάβει κάθε Δεκαπενταύγουστο ένα κερί για τον Λεμπέση κι ένα κερί για τον Φώντα. Είμαι πολύ χορτάτη, πολύ τυχερή και ευγνώμων.

Την ευχή του πες μου…

Ό,τι και να σου κάνουν, γιατί βρίσκεσαι σε έναν χώρο πολύ σκληρό που δεν θέλει ευαισθησίες, δεν θα ξεχάσεις ποτέ την ψυχή σου, δεν θα βλάψεις ποτέ άνθρωπο, θα λες πάντα την αλήθεια κι όποιος θέλει να την ακούει, θα την ακούει κι όποιος δεν θέλει ας θυμώνει. Να τιμάς το όνομά σου, όπως κι εγώ το δικό μου και να είσαι πάντα το ίδιο καλό και δοτικό παιδί που ξέρω ότι είσαι. Την ίδια ευχή την απηύθυνε και στον αδελφό μου.

Και η δικιά σου ευχή, για τη Νταίζη;

Να έχω την υγεία μου, να είμαι γερή και να έχω δουλειά… αυτή τη στιγμή αυτές είναι οι προτεραιότητές μου. Να μπορώ να χαίρομαι τις μικρές στιγμούλες, με τους ανθρώπους που αγαπάω. Θέλω, επίσης, να μην πάψω ποτέ να συγχωρώ και πάντα, ακόμη και σε αυτούς που μ’ έχουν αδικήσει και μ’ έχουν πληγώσει, να μπορώ να στέλνω αγάπη και να είμαι ικανή να αναγνωρίζω και να προσφέρω  αγάπη.

Νταίζη μου, κατ’ αρχάς σε ευχαριστώ πολύ για όλα τα υπέροχα που μοιράστηκες μαζί μας. Και έχω να σου ευχηθώ, πολύ σύντομα, να ζήσεις έναν καθηλωτικά ανυπέρβλητο έρωτα και να γράψεις το βιβλίο που μας έχεις υποσχεθεί.