[7+1] με τον Γιωργη Κοντοποδη

Οι μουσικές επιλογές του Γιώργη Κοντοπόδη θα σας συνοδεύσουν στην ανάγνωση της συνέντευξης.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Σε καλωσορίζουμε και φέτος στο Sin, με αφορμή έναν… πίνακα αυτή τη φορά! Τι σε τράβηξε σε αυτό το έργο και ανέλαβες τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αυτόν του Βιτσέντζο Περούτζια;

Καλησπέρα και πάλι, και για άλλη μια φορά ευτυχία μου που βρίσκομαι στη παρέα σας. Ξεκινάτε με παράξενη ερώτηση, μια και ποτέ νομίζω δε ξέρουμε τι είναι αυτό που μας τραβάει σε ένα κείμενο, ένα ρόλο. Η συγκεκριμένη χρονική στιγμή, οι ανάγκες μας ίσως. Κάποτε μου χαν πει πως κάθε ρόλος έρχεται στη ζωή μας για να μας διδάξει ή να ξορκίσει κάτι και πως αν είμαστε αρκετά τυχεροί καταλαβαίνουμε το τι είναι αυτό, μέχρι το τέλος των παραστάσεων… εγώ για να’μαι ειλικρινής… το ψάχνω ακόμη. Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για ένα ιδιαίτερα προκλητικό ρόλο, καθώς η δομή του έργου επιβάλλει στο χαρακτήρα να απομονώνεται πλήρως απ’ τους υπόλοιπους ηθοποιούς και να συνομιλεί μονάχα… με ένα πίνακα! Όλη αυτή η απομόνωση, ενώ βρίσκεσαι ανάμεσα σε άλλους, σίγουρα είναι πολύ δελεαστική και ταυτόχρονα τόσο αληθινή, πραγματική. Πόσες φορές όλοι μας δεν έχουμε βρεθεί να’ μαστε μόνοι ενώ περιτριγυριζόμαστε από κόσμο; Το εξτρά ιδιαίτερο στοιχείο της επαφής με το πίνακα της Μόνα Λίζα κάνει το όλο πακέτο ακόμη πιο δελεαστικό για έναν ηθοποιό. Τέλος να αναφέρω, πως για μένα έπαιξε μεγάλο ρόλο και το γεγονός πως το έργο είναι βασισμένο στην πραγματική ιστορία της κλοπής της Μόνα Λίζα απ’ το Λούβρο τον Αύγουστο του 1911, γεγονός που το έκανε ιδιαίτερα ενδιαφέρον στα μάτια τόσο τα δικά μου όσο και των υπολοίπων συντελεστών της παράστασης.

Βλέπουμε τον ήρωα σε ένα ταξίδι εμμονής και έντονων συναισθημάτων. Αντιμετωπίζει σχεδόν ερωτικά τον πίνακα της Μόνα Λίζα και φανερώνει έτσι μια έντονη εξάρτηση, που, αν και παρουσιάζει διακυμάνσεις, δεν αλλοιώνεται. Απλά ίσως λίγο προς το τέλος να μεταλλάσσεται… καθ’ εικόνα και ομοίωση… Πόσο σε δυσκόλεψε και σε προκάλεσε αυτός ο ρόλος;

Πρώτη φορά καλούμαι, είναι η αλήθεια, να ερωτευτώ ένα αντικείμενο. Θεωρώ πως η εμμονή είναι ο μόνος τρόπος να γίνει κάτι τέτοιο. Δε θα μπορούσε νομίζω κάποιος να προσεγγίσει αλλιώτικα αυτόν τον ήρωα, παρά μόνο μέσω του δρόμου της μονομανίας. Σίγουρα είναι ιδιαίτερο, κάτι που εγώ προσωπικά δεν έχω δει σε πολλά έργα. Έχουμε δει εμμονές με έννοιες (εξουσία, χρήμα) με ανθρώπους… μα έναν χαρακτήρα που είχε δυόμιση χρόνια σχέση με ένα πίνακα, που συμπεριφερόταν στη φιγούρα του πορτρέτου σαν σε πραγματικό άνθρωπο… ομολογώ δεν έχω σκεφτεί πως θα προσέγγιζα. Σαφώς εδώ μπαίνει ένα μεγάλο ερώτημα: τι είναι αυτό που μας προκαλεί και μας διεγείρει στο αντικείμενο της όποιας εμμονής μας, τι αντιπροσωπεύει για μας. Έτσι λοιπόν και γω αντίστοιχα έψαξα μέσα μου και ανακάλυψα βαθύτερα αίτια δικών μου αντίστοιχων συμπεριφορών, τα οποία με τη βοήθεια της σκηνοθέτιδας μου, Κατερίνας Πολυχρονοπούλου, προσπαθήσαμε να εντάξουμε στα μέτρα του συγκεκριμένου χαρακτήρα. Μη ξεχνάμε πως ένας άνθρωπος δεν έχει μια μόνο υπόσταση. Πρόκειται δηλαδή για έναν άνθρωπο (Βιτσέντζο Περούτζα) με μια κανονική ζωή, έναν άνθρωπο που εργάζεται, συνομιλεί με κόσμο, περιφέρεται ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της μέρας και που ‘απλά’ το βράδυ, πίσω απ τις κλειστές πόρτες του σπιτιού του… επιλέγει μια διαφορετική παρέα. Είναι νομίζω κάτι που μπορούν πολλοί άνθρωποι να αντιληφθούν και να αναγάγουν στη δική τους ζωή, με διαφορετικές ο καθένας εκφάνσεις.

to xamogelo tis mona liza3

Μπορείς να αποδεχθείς τις εμμονές του ήρωα, τις δικαιολογείς; Κατά πόσο ο ίδιος χαρακτηρίζεσαι, αν όχι ίσως από εμμονές, αλλά από έντονα «κολλήματα» στη ζωή σου, για να το θέσουμε πιο απλά…

Θεωρώ πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει περάσει στη ζωή του κάποια περίοδο εμμονής ή κολλήματος με κάτι, κάποιον. Αντίστοιχα οφείλω να ομολογήσω πως βγαίνω από μια αντίστοιχη περίοδο και μάλλον ο συγκεκριμένος ρόλος με βοηθάει στο να κατανοήσω και ίσως να αποδιώξω τις όποιες ανασφάλειες και λανθασμένες αντιλήψεις με οδήγησαν στο να προσκολληθώ σε πράγματα και καταστάσεις που σαφώς δε με ωφελούσαν. Το σίγουρο είναι πως δε νομίζω πως κάποιος κατανοεί μια αντίστοιχη συμπεριφορά, τη περίοδο που τη βιώνει. Τουναντίον την απολαμβάνει θα λεγα, θεωρώντας πως είναι ίσως και ευτυχισμένος. Το μεγάλο στοίχημα έρχεται την ώρα της αποδόμησης όλου αυτού του οικοδομήματος που έχει πλάσει μέσα στο μυαλό του, γιατί τελικά νομίζω όλα στο μυαλό μας βρίσκονται. Εκεί είναι νομίζω η στιγμή που ‘αποφασίζει’ αν πρέπει να ματαιώσει ή να κρατήσει τα όποια θετικά αποκόμισε απ τη περίοδο που βίωσε και απλά να προχωρήσει ή να χάσει χρόνο θρηνώντας. Το κακό για μένα είναι πως οι εμμονές πάντα αφήνουν πλήγματα στον εγωισμό μας και αυτό μας πηγαίνει πίσω, χαλώντας τις όποιες καλές αισθήσεις δημιουργήθηκαν απέναντι στο αντικείμενο του πόθου μας.

Τι εισπράττεις ως ενέργεια, συναίσθημα ή αύρα από το κοινό, μετά την ολοκλήρωση της παράστασης; Είναι μια παράσταση που, ανάλογα με τη φύση του κάθε θεατή, μπορεί να τον επηρεάσει βαθιά, να βρει σημεία ταύτισης, αλλά και να τον κάνει να απορεί με το μέγεθος της εμμονής.

Σίγουρα πρόκειται για μια παράσταση, που αγγίζει διαφορετικά τον κάθε άνθρωπο. Το πρωταρχικό στοίχημα είναι να καταφέρουμε να αγγίζουμε τις χορδές αυτές στη ψυχή του κάθε θεατή που έχουν να κάνουν με το θέμα του έργου. Ξέρεις δεν είναι και τόσο εύκολο και απλό να δεχτεί κάποιος πως έχει μια ‘παράδοξη’ συμπεριφορά απέναντι σε μία κατάσταση.. Απ’ τη στιγμή που το καταφέρνουμε αυτό, ναι εκεί πλέον ο κάθε θεατής αφήνεται στο να ταξιδέψει μαζί μας στα πιο κρυφά ίσως μυστικά του. Για μένα μεγάλο επίτευγμα είναι να καταφέρουμε να πάρει ο θεατής μαζί του υλικό σκέψης, όχι μονάχα για το Βιτσέντζο Περούτζα, μα για τη δική του Μόνα Λίζα, για τον δικό του πίνακα…. Και ίσως να μπορέσει να καταλάβει τους βαθύτερα δικούς του λόγους, τις δικές του ανασφάλειες.

to xamogelo tis mona liza 1

Δεν γνωρίζουμε αν έχεις ήδη επισκεφθεί τον πίνακα της Μόνα Λίζα, αλλά μετά από την εμπειρία σου σε αυτήν την παράσταση, θα ήθελες να είχες την ευκαιρία να επισκεφθείς το Λούβρο και να δεις τον πίνακα, ναι μεν μέσα από τα δικά σου μάτια, αλλά και για να καταλάβεις καλύτερα ίσως τον ήρωα που υποδύεσαι;

Ο πίνακας θεωρώ πως είναι απλά η αφορμή. Δεν έχω επισκεφτεί το Λούβρο, δεν έχω δει τη Μόνα Λίζα. Κάποια στιγμή στη περίοδο των προβών σκέφτηκα να το κάνω, μετά όμως συνειδητοποίησα πως ο,τι και να κάνω, όσες ώρες και να σταθώ μπροστά στον πίνακα της Τζοκόντα (ο οποίος σημειώτεον είναι αντίγραφο καθώς ο αληθινός βρίσκεται σε θησαυροφυλάκιο) δε θα μπορέσω να γίνω Βιτσέντζο Περούτζα, και για να μια ειλικρινείς… δε θα θελα και να γίνω. Είναι μια παγίδα που πέφτουμε συχνά οι ηθοποιοί. Δεν είμαστε ο χαρακτήρας… υποδυόμαστε το χαρακτήρα μέσα από τα δικά μας εκφραστικά μέσα, τη δική μας προσωπικότητα, τα δικά μας βιώματα. Αλλοίμονο αν είχα μετατραπεί σε Β. Περούτζα, θα μουν αυτή τη στιγμή κλειδωμένος στο υπνοδωμάτιο μου μιλώντας με ένα κάδρο και πιστέψτε με έχω ήδη αρκετά θέματα να συζητήσω με το ψυχαναλυτή μου… 🙂

Σε συνέχεια της προηγούμενης συζήτησής μας, πώς ήταν η συνεργασία με τη σκηνοθέτιδα Κατερίνα Πολυχρονοπούλου;

Δεν ξέρω, δε γνωρίζω, δεν απαντώ! Ρωτήστε τη κυρία Πολυχρονοπούλου!!! Σκεπτόμενος πως είμαι ένας άνθρωπος που τις περισσότερες δουλειές του τις έχει κάνει με ένα σκηνοθέτη (ναι, αναφέρομαι στο συνεργάτη μου Αλέξανδρο Λιακόπουλο, τον οποίο θαυμάζω και εκτιμώ) κατανοείς πως ήταν μια νέα εμπειρία να δουλέψω για πρώτη φορά με μια ομάδα (πλήν της κυρίας Πολυχρονοπούλου συνεργάζομαι στη παράσταση με το κύριο Θωμά Βούλγαρη και τη κυρία Ελένη Φίλιππα) και να αφεθώ πλήρως στην καθοδήγηση ενός ανθρώπου, ένας άνθρωπος πλήρως ανασφαλής όπως είμαι εγώ. Ευτυχώς με τη Κατερίνα γνωριζόμαστε καιρό, έχω δει δουλειές της έχει δει δουλειές μου, οπότε δημιουργήθηκε εκ προοιμίου ένα κλίμα πιο πολύ παρέας παρά αυστηρής πρόβας. Δε νομίζω πως η αυστηρότητα είναι και στις νόρμες της Κατερίνας και δε νομίζω πως είναι απαραίτητη. Όταν με κάποιον άνθρωπο έχεις κοινό όραμα και απ τη στιγμή που τον εμπιστεύεσαι, τον αφήνεις απλά να σε κατευθύνει παρά τις όποιες ανησυχίες σου, για τη δική σου κατά βάσιν αντίδραση απέναντι στις όποιες πιθανές δυσκολίες. Παραυτα εγω ομολογώ πως πέρασα πολύ όμορφα τόσο στις πρόβες όσο και τώρα στις παραστάσεις. Για την κυρία Πολυχρονοπούλου… απλά επαναλαμβάνω… Δε ξέρω, δε γνωρίζω, δεν απαντώ!

Ετοιμάζεις κάτι για το άμεσο μέλλον, θεατρικά σχέδια, κινηματογράφος;

Σχέδια πάντα υπάρχουν και ναι αυτό τον καιρό τυχαίνει να είναι και πολλά και όμορφα. Είναι απ αυτές τις περιόδους που λέει κανείς ‘μετά από μια καταιγίδα βγαίνει μάλλον το ουράνιο τόξο’ και πολύ μ αρέσει… απλά… δε μπορώ να σας πω συγκεκριμένα πράγματα, καθώς τα πάντα είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Προς το παρόν απολαμβάνω τους δύο υπέροχους ρόλους που παίζω τόσο στη Μόνα Λίζα όσο και στο Ελεύθερο ζευγάρι. Είναι σπάνιο σε κάποιο καλλιτέχνη να παίζει δύο ρόλους που αγαπάει και να κάνουν οι παραστάσεις και επιτυχία. Και επειδή το σύμπαν, όταν είμαστε αγνώμονες μας τιμωρεί… απλά είμαι ευγνώμων γι αυτό που μου συμβαίνει.

Η προηγούμενη συνέντευξη που μας είχε παραχωρήσει ο Γ. Κοντοπόδης, με αφορμή την παράσταση ‘Ελεύθερο Ζευγάρι’ βρίσκεται εδώ.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

11947955_1042478712463673_9074049749774238483_o

ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΗΣ ΜΟΝΑ ΛΙΖΑ
του Victor Lodato
στο «Τσάι στη Σαχάρα»
Κάθε Δευτέρα στις 19:15 και Τρίτη στις 21:45
Από τη Δευτέρα 14.09 και για 22 παραστάσεις

Μόνα Λίζα. Ο πίνακας που πάντα γοήτευε, γοητεύει και θα γοητεύει τον κόσμο. Αλλά για τον Βιτσέντζο Περούτζια, ο πίνακας άσκησε τέτοια γοητεία και δύναμη, που τον οδήγησε να τον κλέψει από το Λούβρο και να τον κρατήσει στη σοφίτα του στο Παρίσι πάνω από δυο χρόνια, πριν τον επιστρέψει στην Ιταλία, που ήταν τόπος και της δικής του καταγωγής.

Μια αληθινή ιστορία, στην οποία βασίστηκε ο Victor Lodato για να κάνει μια έξυπνη και βαθιά εξερεύνηση του πιο διάσημου πίνακα στον κόσμο, και της επιρροής, του μαγνητισμού και του μυστηρίου που μας δημιουργεί η μεγάλη τέχνη και αποδεικνύει την απόλυτη αναγκαιότητά της.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση: Γιώργης Κοντοπόδης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Πολυχρονοπούλου
Σκηνικά – κοστούμια: Αγγελίνα Παγώνη
Μουσική διασκευή – Σχεδιασμός ήχου: Μαρία Βουμβάκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Μάριος Παϊτάρης
Φωτογραφίες: Αγγελίνα Παγώνη
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί (αλφαβητικά)
Θωμάς Βούλγαρης
Γιώργης Κοντοπόδης
Ελένη Φίλιππα

INFO
Τσάι στη Σαχάρα, Λαοδικείας 18 – Ιλίσια
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:45, από 14.09 έως τις 24.11
Τηλέφωνο κρατήσεων: 2110120936
Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά
Είσοδος: 12 ευρώ, 8 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων)

Μέσα μεταφοράς για πρόσβαση στο Τσάι στη Σαχάρα: Στάση Μετρό ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ και λεωφορεία 608, 622, 235, 140

Η PLAYLIST ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΚΟΝΤΟΠΟΔΗ
1. Γιάννης Πουλόπουλος – Θυμήσου τον Σεπτέμβρη
2. Ρένα Βλαχοπούλου – Άνθρωπε της μοίρας μου
3. Μάρω Κοντού – Σ’ αγαπώ
4. Γιάννης Κότσιρας – Αλεξάνδρεια
5. Νάντια Κοντογεώργη – Το μηδέν
6. Μιρέλα Πάχου – Μιρέλα
7. Demi Lovato – Let It Go