Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ ΣΤΟ «ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΕΣ…» ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΝΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ

Κυριακή απόγευμα και περιμένω, με ανυπομονησία, τον Γιώργο Κιμούλη, να ολοκληρώσει την πρόβα του για την παράσταση «Δωδέκατη νύχτα», του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Μια παράσταση την οποία αναμένει το κοινό και που αυτό το καλοκαίρι θα περιοδεύσει στα θέατρα της χώρας.

Η πρόβα τους τελειώνει. Μια γλυκιά προσμονή, ένα δημιουργικό άγχος, μια αδημονία για την πρεμιέρα τους, στις 27 Ιουνίου στο Βεάκειο Θέατρο, διαχέουν την ατμόσφαιρα. Οι συνεργάτες του αποχωρούν, ο ίδιος του, αφού δίνει κάποιες τελευταίες οδηγίες, τηλεφωνικά, για τα ρούχα της παράστασης, παίρνει μια βαθιά ανάσα ξεκούρασης και η συνάντησή μας ξεκινά.

Ο Γιώργος Κιμούλης δεν χρειάζεται συστάσεις. Το όνομά του ταυτόσημο με τη θεατρική, και όχι μόνο, σκηνή, απαντά σε οτιδήποτε ρωτήθηκε, ενώ με γενναιοδωρία αποκρυπτογραφεί όλα όσα τα τελευταία του έργα ψιθυρίζουν στο αυτί του θεατή και όχι μόνο…

Κύριε Κιμούλη, με χαρά σας καλωσορίζουμε στο Sin Radio. Η «Δωδέκατη νύχτα ή ό,τι θέλετε» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, είναι η παράσταση που θα ανεβάσετε αυτό το καλοκαίρι. Τι έχουμε να περιμένουμε; Θα δούμε μια πιο σύγχρονη Ιλλυρία; Θα είναι μια πιο μοντέρνα εκδοχή της; Ίσως μια διασκευή; 

Κατ’ αρχάς, δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει μοντέρνα ή μη μοντέρνα εκδοχή. Εκείνο που ξέρω είναι ότι αυτό που παρουσιάζεται, τη στιγμή που παρουσιάζεται, είναι, είτε το θέλουμε είτε όχι, σύγχρονο. Θεατές του σήμερα, βλέπουν ηθοποιούς του σήμερα επάνω στη σκηνή. Το έργο τέχνης δεν μπορεί να απεκδυθεί τη χρονική στιγμή που παρουσιάζεται. Ίσως, αυτό το οποίο εννοούν κάποιοι, όταν λένε ότι είναι μια μοντέρνα ανάγνωση ή μια κλασική, αναφέρονται περισσότερο στην εικόνα της παράστασης. Και από εκεί αρχίζουν και όλες οι παρεξηγήσεις.  Όμως, όταν ανεβάζουμε κάποια κλασικά έργα, δεν έχουμε στην πραγματικότητα όλη  την εικόνα που είχαν τότε. Κι όσο πιο παλιά είναι τα έργα αυτά, τόσο πιο άγνωστη μας είναι η εικόνα τους. Στην αρχαία Ελλάδα, ας πούμε, στις τραγωδίες οι εικόνες που έχουμε είναι από κάποια βάζα, από κάποια γλυπτά, ίσως από κάποιες τοιχογραφίες…; Θολή είναι η εικόνα που έχουμε. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίοδο της Αναγέννησης. Δεν έχουμε κάποια εικόνα… γιατί κι από εκεί έχουμε κάποιες ζωγραφιές, κάποιες γκραβούρες… Αν όμως μελετήσουμε με προσοχή, είτε τα βάζα αυτά είτε τις γκραβούρες, θα ανακαλύψουμε κάτι ενδιαφέρον. Θα ανακαλύψουμε  ότι τα κοστούμια, ας πούμε, που φορούσαν οι ηθοποιοί που έπαιζαν στην παράσταση, δεν έχουν σχέση με τη χρονική στιγμή της ιστορίας του έργου. Έχουν σχέση με τη χρονική στιγμή που παρουσιάζονται τα έργα. Παραδείγματος χάρη, για να μην αναφερθούμε στην αρχαία ελληνική τραγωδία, που, ούτως ή άλλως, η περίοδος που γράφονται και παρουσιάζονται οι αρχαίες ελληνικές τραγωδίες δεν είναι η περίοδος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας… Στον Σαίξπηρ, υπάρχει μια γκραβούρα που εμφανίζει μια παράσταση του Τίτου Ανδρόνικου. H ιστορία του συγκεκριμένου έργου υποτίθεται πως κινείται την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Όμως, στην γκραβούρα βλέπουμε ότι οι ηθοποιοί φορούν ρούχα της Αναγέννησης και απλώς έχουν ένα στοιχείο επάνω τους, μία τήβεννο ας πούμε, που μπορεί και να τους παρουσιάζει ως Ρωμαίους. Άρα τα ρούχα που φορούσαν τότε δεν ήταν τα αντίστοιχα της εποχής που διαδραματίζεται η ιστορία του έργου. Ήταν τα ρούχα που φορούσαν στη ζωή, την εποχή που παρουσίαζαν αυτό το έργο. Να, γιατί δεν καταλαβαίνω την έκφραση μοντέρνα ή μη μοντέρνα εκδοχή. Μίλησα πολύ;

Όχι, αντίθετα μας εξηγήσατε με σαφήνεια κάποια θέματα, μιας κι έχετε δίκιο όταν λέτε ότι εμείς, ως κοινό, περιοριζόμαστε στην εικόνα, όταν κάνουμε αυτή την ερώτηση. Και πάμε τώρα σε ό,τι πραγματεύεται η «Δωδέκατη νύχτα». Στην αρχή έχουμε ένα ναυάγιο, στη συνέχεια έχουμε πένθος, έχουμε συνομωσίες, έχουμε εκδίκηση, έχουμε μεταμφιέσεις και όλα αυτά προσεγγίζονται μέσω της κωμωδίας. Πώς μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την παράσταση; Ως μια κωμωδία παρεξηγήσεων; Ως μια κωμωδία λαθών;

Είναι μια κωμωδία μεταμφίεσης. Με ρωτήσατε πριν εάν θα έχουμε μια σύγχρονη Ιλλυρία. Η λέξη  Ιλλυρία, εκτός από το ότι υπήρχε ως χώρα -οι Ιλλυριοί ήταν ναυτικός λαός που ζούσε κατά μήκος των παραλίων της Αδριατικής- κρύβει, μέσω ενός ομόηχου παιχνιδιού, και την έννοια illusion, που στα αγγλικά σημαίνει φαντασία και ψευδαίσθηση. Το δε έργο έχει δύο τίτλους «Twelfth Night, or What You Will». Το «What You Will» δεν είναι υπότιτλος, είναι τίτλος: «Δωδέκατη νύχτα ή ό,τι θέλετε» ή «ό,τι επιθυμείτε». Άλλωστε η επιθυμία, κατοικοεδρεύει στον χώρο της φαντασίας μας. Το βασικό λοιπόν θέμα του έργου, είναι το κατά πόσο αυτό το οποίο επιθυμούμε, μας επιτρέπεται να το κάνουμε  πράξη ή αν αφήνουμε τις επιθυμίες μας να παραμένουν εγκλωβισμένες, κλειδωμένες ή φυλακισμένες μέσα μας. Ο Σαίξπηρ στο έργο αποδεικνύει πως ο έρωτας και η ερωτική έλξη δεν έχει φύλο. Το πρόβλημα που μπορεί να δημιουργείται μεταξύ των φύλων, είναι πρόβλημα κοινωνικό. Δεν εννοώ πως δεν υπάρχει διαφορετικότητα βιολογική στα φύλα. Εννοώ πως το πρόβλημα που δημιουργείται μεταξύ των φύλων είναι πάνω απ’ όλα κοινωνικό. Και αυτό ο Σαίξπηρ το ήξερε πριν από τη Judith Butler. Η Butler είναι μια σπουδαία φεμινίστρια. Είναι αυτή που δήλωσε για πρώτη φορά ότι δεν υπάρχει φύλο. Στην αρχή παρεξηγήθηκε, αλλά στη συνέχεια το διατύπωσε καλύτερα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν υπάρχει κοινωνικό φύλο και ότι δεν πρέπει να υπάρχει διαφορά των φύλων στον κοινωνικό χώρο. Το ίδιο, κατά τη γνώμη μου, λέει και ο Σαίξπηρ στη «Δωδέκατη νύχτα». Η ιστορία διαδραματίζεται στο τέλος των Χριστουγεννιάτικων εορτών, την ημέρα της Επιφάνειας ή των Θεοφανίων.  Όταν δηλαδή όλα έρχονται στο φως. Είναι η μέρα επίσης που αρχίζει  το καρναβάλι, όπου όλα μεταμορφωμένα και μεταμφιεσμένα επιτρέπονται. Οι πλούσιοι ντύνονται φτωχοί, οι φτωχοί ντύνονται πλούσιοι, οι άντρες ντύνονται γυναίκες, οι γυναίκες ντύνονται άντρες. Υπάρχει ένα είδος κοινωνικής ανατροπής. Γκρεμίζεται με άλλα λόγια, κατά την εποχή του καρναβαλιού, οποιαδήποτε κοινωνική ιεραρχία, όπως αυτή είναι οργανωμένη τον υπόλοιπο χρόνο. Αυτό όμως γίνεται μια φορά τον χρόνο. Το θέμα είναι, αν αυτή η ανατροπή θα μπορέσει να είναι τρόπος ζωής μας. Δηλαδή, το να μην υπάρχουν  διαφορετικές τάξεις, το να μη διαχωρίζονται κοινωνικά οι άνθρωποι σε άντρες και γυναίκες και να σεβόμαστε  την ερωτική επιθυμία του καθενός, όπως εκφράζεται.  Αυτό δεν πρέπει να είναι θέμα μιας ημέρας εορτασμού. Οφείλει να είναι τρόπος ζωής. Μία διαρκής  κοινωνικοπολιτική ρήξη και ανατροπή.  Άρα δεν πρέπει να μας ενδιαφέρει αυτή η ανατροπή μιας ιεραρχίας και μιας υποτιθέμενης κανονικότητας μόνο μια φορά τον χρόνο, αλλά πρέπει να μας ενδιαφέρει 365 μέρες τον χρόνο. Η «Δωδέκατη νύχτα» λοιπόν, αυτό πραγματεύεται. Το πώς θα μπορέσουμε την  περίφημη ανατρεπτική ρήξη του καρναβαλιού, να την κάνουμε τρόπο ζωής.

Τη χειμερινή σαιζόν ανεβάσατε τη θεατρική παράσταση «Συνάντηση» του Stephen Belber, όπου τα θέματά της σχετίζονταν με την προκατάληψη, τα αδιέξοδα, τις συγκρούσεις, τη μοναξιά, τις συνέπειες από τις επιλογές του παρελθόντος, την ανάληψη της ευθύνης, την αποδοχή και στο τέλος τη δικαίωση. Η δικαίωση, λένε, ότι έχει απατηλή λάμψη…

Ξέρετε, ο άνθρωπος, κατά την πτωχή μου γνώμη, δεν αυτοπροσδιορίζεται ούτε ετεροπροσδιορίζεται. Ο άνθρωπος αυτοετεροπροσδιορίζεται την ίδια στιγμή. Είναι φυσικό λοιπόν να μην του φτάνει να δικαιωθεί για μία πράξη, εντός του, αλλά έχει ανάγκη να του δώσουν τα εύσημα της δικαίωσης και οι έξω από αυτόν. Πολλές φορές αυτό δεν γίνεται. Αυτό όμως δεν την καθιστά απατηλή. Μπορεί να μην γίνεται για πολλούς λόγους. Ίσως γιατί αυτό το οποίο πιστεύεις εσύ για την πράξη σου, πρώτον να μην είναι ορθό, δεύτερον να είναι διαφορετικό, από αυτό που πιστεύουν οι άλλοι για την πράξη σου και άρα να μην σου δοθεί η «δικαίωση» που περιμένεις.  Εκεί όμως βρίσκεται και το μεγάλο στοίχημα στον καθένα μας. Πόση μεγάλη προσοχή δίνουμε στις πράξεις μας, σε σχέση με το πόσο αυτές οι πράξεις ακουμπούν στους άλλους και πόσο τους επηρεάζουν. Πόσο δηλαδή αυτό το οποίο κάνουμε δεν κινείται σε έναν χώρο εγωτισμού  ή σε έναν χώρο ναρκισσισμού, σε έναν χώρο κλειστής κάμαρας του εαυτού μας, αλλά ταυτόχρονα αυτό που κάνουμε απευθύνεται και στους άλλους. Και το μεγάλο μυστικό είναι εάν μπορεί ο άνθρωπος να μην θεωρήσει τον εαυτό του ως ένα στοιχείο το οποίο είναι απομονωμένο από το συλλογικό. Είμαστε την ίδια στιγμή άτομα, τα οποία όμως βρίσκονται μέσα σε ένα σύνολο άλλων ατόμων. Άρα, το ατομικό με το συλλογικό είναι δύο έννοιες οι οποίες δεν συγκρούονται, δεν είναι αντιφατικές, δεν είναι αντιθετικές, είναι συμπληρωματικές και ενιαίες. Ο άνθρωπος λοιπόν αυτοετεροπροσδιορίζεται και είναι «ατομικοσυλλογικός», κατά κάποιον τρόπο. Άρα, η δικαίωση δεν είναι απατηλή, επειδή πολλές φορές μπορεί να μη συμπίπτει η δικαίωση που νιώθουμε εμείς για τις πράξεις του εαυτού μας, με τη δικαίωση που μας αποδίδουν οι άλλοι.

Το προηγούμενο χρονικό διάστημα και πάλι στην μετά Covid-19 εποχή, γυρίσατε μια κινηματογραφική ταινία, τον «Γλάρο» του Τσέχωφ. Ένα αυτοβιογραφικό του έργο…

Έτσι, λέγεται… αν και δεν πιστεύω πως ένα καλλιτεχνικό έργο είναι απολύτως αυτοβιογραφικό.

Σε αυτό το έργο θίγονται θέματα διεκδικήσεων και σκιαγραφείται η ψυχολογία των ανθρώπων που αγαπούν και υπηρετούν την τέχνη ή που αυτό θα ήθελαν να πράξουν… 

Και ο «Γλάρος» και η «Συνάντηση» και η «Δωδέκατη νύχτα», έχουν άμεση σχέση με την έννοια της επιθυμίας και ταυτόχρονα με τον τρόπο διαχείρισης της επιθυμίας. Κατά πόσον ο άνθρωπος μπορεί να διαχειριστεί πραγματικά τις επιθυμίες του. Τι είναι ο  «Γλάρος»;  Πολλοί παραβλέπουν την αποσυμβολοποίηση του τίτλου…  γλάρος… στέκονται αμήχανα στέκονται απέναντι στην έννοια του γλάρου… Αναρωτιούνται μήπως είναι η ελεύθερη ψυχή, της πρωταγωνίστριας του έργου Νίνας… και διάφορες άλλες ρομαντικές εξηγήσεις γύρω από την έννοια του γλάρου… Όμως, ο γλάρος είναι ό,τι πιο βρώμικο υπάρχει. Είναι ένα πουλί, το οποίο τρώει σκουπίδια, τρώει άλλα πουλιά, ακόμη και άλλους γλάρους. Ένα λευκό όμορφο πουλί, που πετά μ’ έναν ιδιαίτερο ήσυχο τρόπο, σαν να πλέει στον αέρα. Έχει μια πολλή όμορφη εξωτερική εμφάνιση και κάτι ακραία βρώμικο εντός του.  Το μόνο που τον προδίδει είναι ο άσχημος ήχος του κρωξίματός του.  Άρα αρχίζουμε και μπαίνουμε λιγάκι διαφορετικά μέσα στο έργο. Η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται στο κτήμα του Σόριν, δίπλα σε μία λίμνη. Σορ στα ρωσικά σημαίνει σκουπίδια, απορρίμματα. Κι εδώ ερχόμαστε ακόμα πιο κοντά στην έννοια του γλάρου. Το δεύτερο πράγμα που δεν έχει απόλυτα απόσυμβολοποιηθεί είναι η ίδια η λίμνη. Τι είναι αυτή η λίμνη;

Η λίμνη δεν σχετίζεται και με το «λιμνάζω»; 

Μισό λεπτό. Δεν φτάσαμε εκεί… Το επίθετο επίσης της πρωταγωνίστριας Νίνας, είναι Ζαρέτσναγια, που σημαίνει «μετά τον ποταμό». Η δε Νίνα δηλώνει πως μένει στην «απέναντι όχθη», το δε σπίτι το φυλάει, ως άλλος Κέρβερος, ένα σκυλί. Όλα αυτά τα σημάδια, μας οδηγούν στην δραματοποιημένη περιγραφή του Αχέροντα ποταμού και της Αχερουσίας λίμνης, γύρω από την οποία τριγυρίζει μία ομάδα ανθρώπων, ως άλλοι γλάροι, μαζεύοντας σκουπίδια και ελπίζοντας ότι δεν θα πνιγούν μέσα στα νερά της. Και όλα αυτά γιατί ουδείς εξ αυτών, στο έργο, μπορεί να διαχειριστεί τις επιθυμίες του. Όλα τα πρόσωπα επιθυμούν κάτι. Όμως, ποτέ αυτές τους οι επιθυμίες δεν πραγματώνονται. Και τότε βλέπουμε το εξής παράδοξο, που συμβαίνει στους περισσότερους ανθρώπους: όσο λιγότερες επιθυμίες μπορούν να πραγματώσουν, αντί αυτό να τους βάλει σε μια λογική καλύτερης διαχείρισης των επιθυμιών τους, τόσο πιο λαίμαργοι και βουλιμικοί γίνονται. Τους ανόητους και τους βουλιμικούς, από την εποχή του Ομήρου, τους έλεγαν γλάρους. Βουλιμικός όμως μόνον ο Θάνατος είναι.

Κύριε Κιμούλη, πώς επιλέγετε τα έργα που θέλετε να ανεβάσετε; Με αυτό που θέλετε να πείτε; Με αυτό που βιώνετε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή απλά είναι έργα που θέλετε να παίξετε, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο;

Επειδή αυτό το οποίο κάνουμε δεν απευθύνεται σε εμάς μόνο, η επιλογή των έργων που κάνω έχει άμεση σχέση με αυτά που εισπράττω από το περιβάλλον μου. Είναι σκέψεις λοιπόν, τις οποίες βιώνω την περίοδο που αποφασίζω ένα έργο και που νιώθω ότι τις βιώνουν και οι γύρω από εμένα. Δεν κάνω βιογραφικό. Δεν φτιάχνω ένα curriculum vitae, δεν λέω ότι θέλω να παίξω αυτά τα έργα ή αυτούς τους ρόλους. Αντιθέτως, λειτουργώ με αυτόν τον τρόπο που σας είπα. Ίσως και για αυτό να έχω κάνει το βιογραφικό που έχω κάνει. Άρα δεν ψάχνω να βρω πρώτα ένα έργο. Το πώς θα πω αυτό που θέλω να πω ψάχνω να βρω. Άρα το κάθε έργο το χρησιμοποιώ ως λέμβο για να εκφράσω εκείνα που θέλω να πω. Αυτό δεν είναι επηρμένο και θα εξηγήσω το γιατί. Γιατί το έργο είναι εκεί. Αυτό που παρουσιάζουμε στο κάθε έργο, είναι η δική μας ερμηνεία. Δεν είναι σίγουρο πως είναι και η ερμηνεία του συγγραφέα. Επηρμένο είναι το να είσαι σίγουρος ότι παρουσιάζεις αυτό που ήθελε να πει ο συγγραφέας.  Όχι λοιπόν. Τη δική σου ερμηνεία παρουσιάζεις. Δεν παρουσιάζεις αυτό που ήθελε να πει ο Τσεχωφ ή ο Σαίξπηρ. Αυτό που ερμηνεύεις εσύ, παρουσιάζεις.

Πώς αποτυπώνεται η ψυχή του καλλιτέχνη στις επιλογές του;

Ο ηθοποιός εκφράζεται συνολικά με όλο τον ψυχονοητικό του χώρο στη σκηνή. Τα συναισθήματά μας, τις σκέψεις μας, ακόμη κι αυτά, που δεν ξέρουμε ότι τα φέρουμε. Είμαστε ένα ενιαίο σύστημα. Ένα ενιαίο σύνολο. Η μόνη παγίδα που μπορεί να πέσει ένας ηθοποιός είναι να νομίσει πως επειδή τον λένε με ένα άλλο όνομα, είναι και κάποιος άλλος. Δεν είσαι κάποιος άλλος, εσύ είσαι. Δεν γινόμαστε κάποιοι άλλοι πάνω στη σκηνή, ακόμη κι αν βάλω κάτι προσθετικό, όπως μαλλιά ή άλλη μύτη… εγώ είμαι. Οι δικές μου σκέψεις και τα δικά μου συναισθήματα. Ακόμη και να αλλάξω τη φωνή μου, πάλι η δική μου φωνή θα πει τις σκέψεις που υπάρχουν εντός μου. Με λίγα λόγια εγώ δεν πιστεύω ότι επάνω στη σκηνή παίζουμε κάποιον άλλον. Εμείς είμαστε. Όσο ακραία μεγαλομανείς κι αν είμαστε, δεν μπορούμε να γίνουμε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε. Τη δική μας ψυχή καταθέτουμε λοιπόν. Άρα δεν υπάρχουν ρόλοι. Οι ρόλοι είναι κάποιες φράσεις γραμμένες σ΄ ένα χαρτί.

Αυτό φαίνεται από τις επιλογές, σωστά;

Από τις επιλογές όχι μόνο των έργων, όχι μόνο της γενικής ερμηνείας των έργων, αλλά και από τις επιλογές της κάθε στιγμής επάνω στη σκηνή.

Μόνο επάνω στη σκηνή;

Ναι, γιατί στη σκηνή συμβαίνει κάτι ενδιαφέρον. Η σκηνή είναι σαν ένα κάδρο, σαν ένας πίνακας, που δείχνει αυτά που πρέπει να δείξεις. Δηλαδή, εάν έχεις έναν ζωγραφικό πίνακα ενός τοπίου, δείχνεις μόνο ένα μέρος του τοπίου. Δεν δείχνει αυτό που συμβαίνει αριστερά δεξιά ή λίγο πιο πάνω και λίγο πιο κάτω. Αυτό λοιπόν το μέρος αναγκάζει τον θεατή να επικεντρωθεί σε αυτό που δείχνει ο πίνακας. Στη ζωή, ένας άνθρωπος χάνει την συγκέντρωση του, προκειμένου να εισπράξει αυτό που θα έπρεπε να εισπράξει από τον άλλο. Ενώ η τέχνη, του καθοδηγεί το βλέμμα.

Το κρατάει μέσα στο κάδρο…

Ακριβώς. Με αυτή λοιπόν την έννοια φαίνεται πιο καθαρά αυτή η αλήθεια της κατάθεσης της ψυχής του καλλιτέχνη.

Θα ήθελα να μου σχολιάσετε αυτό που αρκετές φορές συναντάμε ή έστω αρκετές φορές λέγεται. Κάποιος αναγνωρισμένος καλλιτέχνης ή ακόμη και κάποιος ιδιοφυής καλλιτέχνης, όπως για παράδειγμα ο Νταλί, είναι αδιαμφησβήτητα αποδεκτός και αναγνωρισμένος. Ως χαρακτήρας όμως απορρίπτεται… Είναι άρα δύο διαφορετικά πρόσωπα; Άλλος ο καλλιτέχνης πάνω στη σκηνή και άλλος ο καλλιτέχνης στην προσωπική του ζωή;

Όχι, δεν νομίζω ότι είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα…

Τότε για πιο λόγο αποδεχόμαστε το καλλιτεχνικό του έργο και τον απορρίπτουμε ως άνθρωπο;  

Μα, μπορεί κάποιος να θεωρηθεί μεγάλος καλλιτέχνης και κακός χαρακτήρας.

Δεν το συναντάμε βέβαια συχνά, αλλά…

Πρώτ’ απ’ όλα ο καλλιτέχνης, επειδή κατασκευάζει -κατασκευή είναι το έργο- , χρησιμοποιεί  -όχι μόνο βέβαια, αλλά περισσότερο- το συνειδητό του χώρο. Στην καθημερινή ζωή μας όμως, επειδή δεν κατασκευάζουμε, αλλά ζούμε, δεν λειτουργούμε ως επί το πλείστον μόνο συνειδητά. Λειτουργούμε και ασύνειδα. Που σημαίνει ότι πολλές πράξεις μας εμφανίζονται, ακόμη κι αν δεν το καταλαβαίνουμε, με μια τέτοια μορφή που δεν αρέσει σε κάποιους απέναντί μας και μπορεί να μας θεωρήσουν καλό ή κακό χαρακτήρα. Πάντως εμένα δεν μ’ ενδιαφέρει τι χαρακτήρας είναι ο καλλιτέχνης. Αυτό ενδιαφέρει τους ανθρώπους που ζουν δίπλα του. Το έργο του κρίνω. Δεν θα κρίνω το πως ήταν ο χαρακτήρας του, δεν μου λέει τίποτα αυτό, μιας και δεν τον έχω γνωρίσει ως χαρακτήρα. Αναφέρατε πριν τον Νταλί. Στη σημερινή μας εποχή, επειδή τέτοιες ιδιοφυίες δεν υπάρχουν πια, μαζί με όλα τα άλλα, η τεχνολογία έχει ευνουχίσει οποιαδήποτε πιθανότητα να εμφανιστεί κάποια ιδιοφυία, είναι κάτι που σιγά σιγά ξεχνάμε. Βέβαια, όσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από την εμφάνιση τέτοιων ιδιοφυών προσωπικοτήτων, τόσο πιο πολύ θα μας ενδιαφέρει το κουτσομπολιό των χαρακτήρων των ανθρώπων, των οποίων μπορεί κάποια στιγμή να μας άρεσε ένα έργο τους. Δεν μπορώ όμως να μπω σε αυτήν τη λογική. Εντάξει, το κουτσομπολιό αρέσει σε όλον τον κόσμο, λέμε κάποια στιγμή ένα αστείο, γελάμε, αν όμως γίνει όλη μας η ζωή ένα κουτσομπολιό και οι πράξεις μας όλες και ο τρόπος της ζωής μας θα είναι αντίστοιχος πια. Όσο λοιπόν μπορώ κάποια στιγμή να γελάσω μ’ ένα κουτσομπολιό, τόσο και βαριέμαι ν’ ασχολούμαι μόνο με κουτσομπολιά.

Υπάρχει ευθύνη του ταλέντου μπροστά στις απαιτήσεις του κόσμου, του κοινού;

Θα ήθελα να σας πω ότι είμαι από τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην έννοια του ταλέντου. Δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει ταλέντο και πιστεύω ότι υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση. Το ταλέντο δεν είναι κάποιο δώρο που μας έδωσε η φύση, ο Θεός, το Σύμπαν. Το ταλέντο είναι από το τάλαντο. Και είναι αυτό που κάποιος πληρώνει. Η ερώτηση είναι  «ποιος πληρώνει;». Εάν πέσουμε στην παγίδα και πιστέψουμε πως αυτός που πληρώνει, είναι αυτός που έρχεται να μας δει, τότε αλίμονό μας. Ο ηθοποιός πληρώνει, επειδή έχει την έπαρση -γιατί περί έπαρσης ο λόγος-, να κάνει κάτι που ελάχιστοι άνθρωποι κάνουν. Να καταθέτει με όλο του το είναι κάθε μέρα την ψυχή του στην αγορά. Έχει τέτοια έπαρση; Θα το πληρώσει. Άρα αυτό είναι το ταλέντο και γι’ αυτό έχει άμεση σχέση με την αντοχή του καθενός. Με την αντοχή του καλλιτέχνη… γιατί καταθέτοντας την ψυχή σου κάθε μέρα στην αγορά, το πρώτο ουσιαστικά που δέχεσαι ή ένα από τα πρώτα που θα δεχτείς, μπορεί να είναι και η χυδαιότητα των άλλων. Άρα είναι βασικό στοιχείο στον καλλιτέχνη και η αντοχή στη χυδαιότητα των άλλων. Με μια υποσημείωση. Να μην σε καταντήσει η πολύ μεγάλη αντοχή στη χυδαιότητα των άλλων, χυδαίο κι εσένα.

Κι όμως συνηθίζουμε να λέμε ότι τα ταλέντο είναι Θείο δώρο, αν και δεν αρκεί και θέλει δουλειά… 

Όχι, όχι… Αυτό που θέλει δουλειά είναι η σχέση σου με την τεχνική της τέχνης σου. Αυτή είναι και η δουλειά του κάθε καλλιτέχνη. Η διαρκής τριβή του και η διαρκής εργασία, ώστε να καλυτερεύει την τεχνική της τέχνης του.

Υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις πάνω στην τέχνη;

Άπειρες. Πιστεύω ότι οι αντιλήψεις είναι όσοι και οι καλλιτέχνες που υπάρχουν. Το ότι υπάρχουν κάποιες κατηγορίες ή κάποιες αισθητικές, είναι για να κατηγοριοποιούνται όλες αυτές οι διαφορές, που είναι τόσες όσες και οι καλλιτέχνες.

Ποιο είναι τελικά το αληθινό νόημα της ζωής; Ο λόγος της ύπαρξης μας;

Κάποιοι μπορεί να πιστεύουν στην ευτυχία, αλλά εγώ δεν πιστεύω ότι έχουμε έρθει στη ζωή για να ευτυχήσουμε… ούτε βέβαια για να δυστυχήσουμε. Έχουμε έρθει στη ζωή για να ζήσουμε. Το τι σημαίνει στον καθένα ζωή, έχει σχέση με τον τρόπο που σκέφτεται ένας άνθρωπος, με αυτά που πιστεύει και με αυτά που νιώθει. Το εάν ένας άνθρωπος αυτοετεροπροσδιορίζεται, εάν  πιστεύει ότι το ατομικό είναι παντρεμένο με το συλλογικό. Άρα σε αυτή τη ζωή έχεις έρθει για να ζήσεις και το για να ζήσεις, σημαίνει ότι ζεις μαζί με άλλους. Και γιατί το λέω αυτό; Το λέω, γιατί η ζωή του καθενός μας βιώνεται μόνο στον παρόντα χρόνο. Η ανθρώπινη σκέψη είναι αδύναμη. Σκέφτεται σε χρόνους που δεν υπάρχουν. Ο άνθρωπος σκέφτεται είτε στον παρελθόντα χρόνο είτε φαντάζεται τον μέλλοντα χρόνο. Το τώρα δεν μπορεί να το σκεφτεί. Γιατί με το που θα σκεφτεί το τώρα, αυτό έχει γίνει παρελθόν. Το παρόν μόνο να το βιώσεις μπορείς. Εκεί είναι όμως που ορίζεται και καθορίζεται το τι σημαίνει ζω. Ζω σημαίνει αυτό το παρόν που δεν μπορώ να σκεφτώ. Είμαι παρών, άρα ζω. Η λέξη παρών όμως είναι μια μετοχή και βγαίνει από το πάρειμι, που σημαίνει «είμαι μαζί με».  Άρα η ίδια η ζωή των ανθρώπων είναι μαζί με τον άλλον, με τους άλλους.

Τι άνθρωπος είστε κύριε Κιμούλη; Πώς θα σας χαρακτηρίζατε;

Δεν ξέρω. Νομίζω κανονικός.

Χιούμορ έχετε;

Ελπίζω. Κωμωδία ανεβάζω τώρα.

Μα ακούμε όμως για τους παλιούς κωμικούς ότι στη ζωή τους δεν είχαν χιούμορ και ήταν έως και καταθλιπτικοί…

Αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Στην εποχή μας, ο μη καταθλιπτικός είναι κουτός….

Ο μη καταθλιπτικός είναι κουτός; Τι εννοείτε;

Στην εποχή που ζούμε, με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, είναι φυσικό να βιώνει κανείς μια κατάθλιψη. Προφανώς από την κατάθλιψη στην κατατονία υπάρχει διαφορά… αλλά δεν τη θεωρώ ασθένεια την κατάθλιψη πια. Και δεν αναφέρομαι σε όλες τις διαβαθμίσεις φυσικά…

Τι άνθρωπος είστε λοιπόν;

Επειδή ο άνθρωπος που αποφασίζει να γίνει ηθοποιός, μια από τις αιτίες που γίνεται είναι στο να εμφανίζει το πόσο πολυπρισματικός  είναι ο άνθρωπος γενικά, δεν μπορείς να τον χαρακτηρίσεις κάποιον με μια ή δύο ή με τρεις λέξεις… Ουσιαστικά είμαι ένας άνθρωπος όπως είναι όλοι όσους έχω γνωρίσει έως τώρα. Άλλωστε είμαστε παράλληλα, εκτός από αυτό που θεωρούμε εμείς για τον εαυτό μας, και το άθροισμα των γνωμών που έχουν οι άλλοι για εμάς. Και αυτές οι γνώμες πολλές φορές μας επηρεάζουν κιόλας. Άρα δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις κάποιον με μία λέξη.

Προφανώς…

Ε, γι’ αυτό έχω πει κι επιμένω ότι ο άνθρωπος αυτοετεροπροσδιορίζεται. Άρα δεν μπορώ να απαντήσω στην ερώτησή σας.

Θα θέλατε να αλλάξετε κάτι σε εσάς;

Ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Ο άνθρωπος ίσως μεταμορφώνεται. Είναι όπως η σχέση της κάμπιας με την πεταλούδα. Ξέρετε επίσης, πόσο μεγάλη έπαρση είναι να νομίζουμε ότι μπορούμε να διαχειριστούμε πλήρως τον εαυτό μας, κατ’ επέκταση και να τον αλλάξουμε; Μεγάλη έπαρση. Εμείς είμαστε μέσα στον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να βγούμε έξω από τον εαυτό μας, να τον δούμε και να του αλλάξουμε κάτι. Είναι σαν να θέλει να βγει το κουκούτσι του μήλου, έξω από το μήλο, για να εξηγήσει πώς είναι το μήλο και να το αλλάξει. Δεν γίνεται αυτό. Είναι μέσα στο μήλο. Άρα πάλι τι λέμε; Λέμε να αλλάξουμε κάποιες αντιδράσεις που φαίνονται όμοιες. Γιατί ίδιες δεν είναι ποτέ. Ίδιο στη φύση δεν υπάρχει. Ακόμη και σε μια ελιά τα φύλλα είναι διαφορετικά, το ένα από το άλλο. Οπότε μάλλον αυτό λέμε. Ότι βλέπουμε κάποιες όμοιες αντιδράσεις οι οποίες λέμε δεν είναι καλές, δεν είναι σωστές…

Ή που μας ταλαιπωρούνε κι άρα τις αλλάζουμε…

Ή ταλαιπωρούν τους άλλους… Όχι. Δεν μπορεί ο άνθρωπος ν’ αλλάξει. Προσπαθεί, αλλά δεν μπορεί. Ο άνθρωπος είναι εγκλωβισμένος μέσα στο δέρμα του. Κι όλο αυτό που υπάρχει μέσα από το δέρμα, πέρα από το αίμα, το νευρικό σύστημα ή τους νευρώνες, όλα όσα σκέφτεται είναι εγκλωβισμένα μέσα εκεί. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να μοιραστεί αυτό που έχει εντός του. Μοιράζεται την έκφραση αυτών που έχει εντός του. Δεν μπορεί να κάνει την πραγματική έξοδο του Μεσολογγίου. Είναι κλειστό στρείδι. Δηλαδή αυτά τα οποία σκεφτόμαστε, δεν τα λέμε όλα, λέμε κάποιες λέξεις, που είναι μέρος αυτών που σκεφτόμαστε. Δεν μοιράζεται πραγματικά το συναίσθημα της τρυφερότητάς του, αλλά μοιράζεται την έκφραση της τρυφερότητάς του. Δεν μοιράζεται το ίδιο το συναίσθημα της τρυφερότητας που νιώθει, αλλά κάποια έκφραση του συναισθήματος. Το ίδιο το συναίσθημα μένει κλεισμένο μέσα του. Πώς μπορεί όλο αυτό να το αλλάξει; Δεν γίνεται. Αλλάζουμε κάτι όταν βρίσκεται απέναντι μας. Κι επειδή είπαμε ότι κανείς δεν μπορεί να βγει από τον εαυτό του έξω, αυτή η περιβόητη και πολυπόθητη αλλαγή, είναι ανόητη κατά τη γνώμη μου, δεν θα γίνει ποτέ πράξη. Τουλάχιστον ας προσπαθεί να επιλέγει αυτές τις εκφράσεις που είπαμε, να είναι καλύτερες και για τους άλλους, αφού πιστεύει σε αυτό το συλλογικό που είπαμε πριν. Να συνάδουν δηλαδή  με την κοσμοθεωρία του, με την ιδεολογία του.

Περιοδεία φέτος το καλοκαίρι, με την «Δωδέκατη νύχτα». Υπάρχουν επόμενα σχέδια;

Ίσως επαναλάβω τη «Συνάντηση», αλλά ακόμη δεν είμαι σίγουρος, δεν ξέρω… Ακόμη εξάλλου είμαστε στις πρόβες για τη «Δωδέκατη νύχτα». Ξέρετε, πιστεύω στην έννοια της εμμένειας κι όχι της εμμονής. Δηλαδή αγαπάω εκεί που μένω.  Και τώρα μένω στη «Δωδέκατη νύχτα».

Κύριε Κιμούλη, πολύ σας ευχαριστώ και εύχομαι να σας συντροφεύει το δημιουργικό άγχος των νέων. 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ‘ΔΩΔΕΚΑΤΗ ΝΥΧΤΑ ή ό,τι θέλετε’

Η “Τεχνών Δράσις” παρουσιάζει το καλοκαίρι του 2023, σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, την κωμωδία του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ “Δωδέκατη Νύχτα”, σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη. Προγραμματισμένη πρεμιέρα Τρίτη 27 Ιουνίου στο Βεάκειο Θέατρο.

Η “Δωδέκατη Νύχτα” είναι μία ξεκαρδιστική κωμωδία ανεκπλήρωτου έρωτα.

Δύο δίδυμα αδέλφια κατορθώνουν να επιβιώσουν μετά από ένα ναυάγιο, αναγκάζονται να ζήσουν στην ίδια παράξενη χώρα, χωρίς να ξέρει ο ένας αν η άλλη είναι ζωντανή. Οι διαρκείς παρεξηγήσεις λόγω της απόλυτης ομοιότητας των δύο αδερφών, καθιστούν το διασκεδαστικό αυτό έργο ως μία από τις πιο δημοφιλείς κωμωδίες του Σαίξπηρ.

Μετάφραση – Σκηνοθεσία: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ
Σκηνικά: ΦΑΙΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Κοστούμια: ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ
Φωτισμοί: ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΤΕΜΚΟ
Επικοινωνία και προβολή παράστασης: ΝΤΑΙΖΗ ΛΕΜΠΕΣΗ

Τους στίχους και τη μουσική της παράστασης υπογράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΤΣΑΚΝΗΣ.

Παίζουν:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ, ΣΟΦΙΑ ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗ, ΑΝΝΑ ΜΟΝΟΓΙΟΥ, ΛΙΛΗ ΤΣΕΖΜΑΤΖΟΓΛΟΥ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ, ΑΡΗΣ ΤΡΟΥΠΑΚΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΙΟΒΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΡΑΚΗΣ, ΤΖΩΡΤΖΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΟΥΡΟΥΝΑΚΗΣ

Προπώληση: https://www.viva.gr/tickets/theater/dodekati-nyxta-tou-ouilliam-saikspir/

ΠΡΩΤΕΣ ΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑΣ

27 ΙΟΥΝΙΟΥ ΒΕΑΚΕΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑΣ
28 ΙΟΥΝΙΟΥ ΛΑΥΡΙΟ ¨ ΘΟΡΙΚΙΑ 2023 ¨ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΛΑΥΡΙΟΥ
4 ΙΟΥΛΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ¨ ΛΕΣΒΙΑΚΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2023 ¨ ΚΑΣΤΡΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
5 ΙΟΥΛΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΣΤΡΟΜΗΝΑ ΧΙΟΣ
6 ΙΟΥΛΙΟΥ ΑΥΛΕΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΥΡΙΝΑΣ ΛΗΜΝΟΣ
9 ΙΟΥΛΙΟΥ ΥΠΑΙΘΡΙΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΞΑΝΘΗΣ
10 ΙΟΥΛΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
11 ΙΟΥΛΙΟΥ ΠΑΡΚΟ ΑΛΤΙΜΑΝΑΖΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ
12 ΙΟΥΛΙΟΥ ΥΠΑΙΘΡΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ ΒΟΛΟΣ

[RF_CONTEST contest=’C23239383936′]