Αλεξία Μπεζίκη. Νέα, πολυτάλαντη, με ιδιαίτερες σπουδές, αρχικά στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, με κατεύθυνση στην υποκριτική (2004) και στη συνέχεια μεταπτυχιακές σπουδές στον Σύγχρονο Χορό και στο Σωματικό Θέατρο στη Βέρνη της Ελβετίας (2004-2006). Μέλος της Εταιρείας θεάτρου Sforaris και ιδρυτικό μέλος της Default company.
Θεσσαλονικία και πολύ αγαπημένη μου, μιας και τη γνωρίζω από την εφηβεία της. Σήμερα εργάζεται ως ηθοποιός, χορογράφος και βοηθός σκηνοθέτη, ενώ από το 2016 πραγματοποιεί θεατρικά εργαστήρια σε πρόσφυγες, μετανάστες, ασυνόδευτα ανήλικα και σε ερασιτέχνες και επαγγελματίες ηθοποιούς. Επίσης, ως θεατροπαιδαγωγός, συνεργάζεται με τη Δανάη Δεληγιώργη, σε προγράμματα εκπαίδευσης χαρισματικότητας και σε καλοκαιρινά camp για αυτοβελτίωση και κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη εφήβων, στις κατασκηνώσεις της ΧΑΝΘ (YMCA), στην οποία υπήρξε εθελοντικό στέλεχος για περισσότερα από 10 χρόνια.
∞
Με την Αλεξία συναντηθήκαμε ένα πρωί Σαββάτου για καφέ και η κουβέντα μας, αφού συζητήσαμε σχετικά με όλα όσα μας ενώνουν, συνεχίστηκε σχετικά με το θέατρο και την παράσταση «Η Φαίδρα καίγεται», στην οποία συμμετείχε ως βοηθός σκηνοθέτη. Και η συζήτηση επεκτάθηκε στο επίκαιρο θέμα των κριτικών που δέχονται σήμερα οι παραστάσεις και οι καλλιτέχνες.
Μάτια τεράστια, εκφραστικά, όπως και ο λόγος της. Λόγος ακριβής, μεστός, περιεκτικός και απολαυστικός.
Αλεξία μου… Ηθοποιός, σκηνοθέτης ή χορογράφος; Τι απ’ όλα; Ή πιο απ’ όλα πιο πολύ;
(γελάει) Λοιπόν, η πρώτη μου ιδιότητα είναι αυτή του ηθοποιού. Στο παρελθόν με τις φίλες μου, που τις γνωρίζεις κι εσύ, την Ξένια Θέμελη και Καλλιρόη Παπαδοπούλου, είχαμε μια ομάδα όπου και σκηνοθετούσαμε και χορογραφούσαμε. Στη συνέχεια βρέθηκα με τον σκηνοθέτη Γιάννη Καλαβριανό, με τον οποίο έχουμε συνυπάρξει σε πολλές παραστάσεις και η συνεργασία μας συνήθως είναι διττή… και παίζω και εκτελώ χρέη βοηθού σκηνοθέτη ή και σε κάποιες περιπτώσεις επιμελούμαι της κίνησης. Οπότε καταλήγουμε: η κύρια ιδιότητα μου είναι ηθοποιός… Αν και μου αρέσει και το κομμάτι του, απ’ έξω, συντελεστή. Μου αρέσει δηλαδή να παίρνω αυτήν την απόσταση και να είμαι και στο οργανωτικό κομμάτι, ενώ παράλληλα είμαι δίπλα στους ηθοποιούς. Μου αρέσει να συντελώ στη δημιουργία της εικόνας και του συνόλου και παράλληλα να φροντίζω τους ηθοποιούς… Βλέπεις είναι μια δουλειά που σ’ αφήνει γυμνό κι γι’ αυτό θέλει φροντίδα…
Και μετά από τη δύσκολη περίοδο της καραντίνας, επανέρχεσαι στα θεατρικά δρώμενα, στην παράσταση «Η Φαίδρα καίγεται»…
Ναι, επιτέλους επιστρέψαμε στη δουλειά, αν και ακόμη κάνουμε διστακτικά βήματα, μιας και δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει τον χειμώνα… Και συνεργάζομαι πάλι με τον Γιάννη Καλαβριανό και αυτή τη φορά ως βοηθός σκηνοθέτη.
«Η Φαίδρα καίγεται» φέτος το καλοκαίρι ανέβηκε αρχικά στη Μικρή Επίδαυρο κι αργότερα ήρθε στην Αθήνα…
Έλενα, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, ήμασταν από τους τυχερούς που μπορέσαμε και παίξαμε στην Επίδαυρο…
Γιατί το λες αυτό;
Διότι παίξαμε μια εβδομάδα πριν τις καταστροφικές πυρκαγιές…Οι υπόλοιπες παραστάσεις, μετά, δυστυχώς, ακυρώθηκαν… Πολύ κρίμα… Και πιο πολύ γιατί οι παραστάσεις της Μικρής Επιδαύρου, παίζονται μόνο εκεί και δεν πηγαίνουν περιοδεία…
Κρίμα, στ’ αλήθεια… Πολλή δουλειά, η οποία τελικά δεν παρουσιάστηκε πουθενά… Ας έρθουμε όμως στη δική σας «Φαίδρα». Η παράσταση βασίζεται στον μύθο του Ευριπίδη;
Ναι, βασίζεται στο κείμενο του Ευριπίδη, αλλά η ανάθεση της διασκευής του κειμένου έγινε στην Αμάντα Μιχαλοπούλου, με στόχο να γραφεί ένα καινούργιο έργο, νεοελληνικό. «Η Φαίδρα καίγεται», λοιπόν, αναφέρεται σε μια σύγχρονη Ελληνίδα, η οποία βρίσκεται στο εξοχικό της στην Τροιζήνα… Επίσης, η κατάληξη του δικού μας έργου είναι διαφορετική απ’ ότι του Ευριπίδη. Μέσα από μια σύγχρονη ματιά παρακολουθούμε την ιστορία αυτής της γυναίκας, της Φαίδρας και τη σχέση της με τον Ιππόλυτο, αλλά και τις σχέσεις της με την καλύτερή της φίλη, την Ληώνη και τις κόρες αυτής, Αφροδίτη και Άρτεμη. Το κείμενο είναι εκ νέου γραμμένο, απλά κρατείται ο κύριος άξονας του μύθου, ότι η Φαίδρα ερωτεύεται τον γιο του άντρα της, τον Ιππόλυτο.
Ποιες διαφορές εντοπίζουμε;
Κύρια, όσον αφορά τον Ιππόλυτο και το πώς αντιμετωπίσει αυτήν την εκδήλωση έρωτα από τη μητριά του… Αυτό το στοιχείο έχει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον στην παράστασή μας, μιας και το κείμενο της Αμάντας Μιχαλοπούλου και η δική μας προσέγγιση, του Γιάννη Καλαβριανού και του Νίκου Λεκάκη, που υποδύεται τον Ιππόλυτο, είναι σύγχρονη. Στο σύγχρονο κείμενο έχουμε διαφορετικές συγκρούσεις και γεννώνται κι άλλα ερωτήματα…
Ποιο είναι το κύριο ερώτημα;
Τι επιτρέπεται τελικά σε μια γυναίκα της σύγχρονης κοινωνίας μας να νιώσει, τι της επιτρέπεται να ζήσει, τι πρέπει να κάνει, ποιες είναι οι κοινωνικές επιταγές, ποια είναι τα σχήματα, τα οποία σπάει η ίδια για να ζήσει τη ζωή της… Αντίστοιχα γεννώνται και στον Ιππόλυτο ερωτήματα, μιας και είναι ο γιος του άντρα της και κατά 25 χρόνια νεότερος της… Επίσης, πώς το εξετάζει ο περίγυρος, που στην προκείμενη περίπτωση είναι η Ληώνη και οι 17χρονες κόρες της… Υπήρχαν πολλά κομμάτια που έπρεπε να διαχειριστούμε σε σχέση με το σήμερα και το πώς ζει μια γυναίκα σήμερα, αλλά και πώς αντιμετωπίζει ή όχι ένας νέος άνδρας σήμερα αυτά τα ταμπού, τα οποία υπάρχουν σίγουρα στη σύγχρονη Ελλάδα.
Η παράσταση δίνει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα ή απλά περιγράφονται οι καταστάσεις;
Από εμάς δίνονται απαντήσεις… Και εννοώ ότι ο κάθε ηθοποιός, επιλέγει πώς θα διαχειριστεί τον ρόλο του, ο οποίος πρέπει να δίνει μιαν απάντηση. Επίσης, από σκηνοθετικής πλευράς, υπάρχει μια οπτική. Οπότε οι απαντήσεις δίνονται ώστε να εξυπηρετούν τη σκηνοθεσία και τους ηθοποιούς. Όσον αφορά τον θεατή, οι απαντήσεις που παίρνει είναι σε σχέση με το τι ερωτήματα θέτει. Επίσης, πολλοί που θέτουν ερωτήματα παίρνουν τις απαντήσεις που εκείνοι θέλουν…
Έχει να κάνει με το background του καθένα, τις αντιλήψεις του…
Ναι, φυσικά, αλλά και με το πόσο ανοικτός είναι να δει την προσέγγιση του σκηνοθέτη στην παράσταση…
Τι άλλο χρειάζεται; Λογική, συναίσθημα…
Ω, βέβαια. Και είναι το πιο δύσκολο. Βλέπεις, στο θέατρο καλό είναι να πηγαίνουμε με όχι οχυρωμένο το δικό μας συναίσθημα και την λογική μας, αλλά έτοιμοι και δεκτικοί, ώστε να μπορούμε να επηρεαστούμε και από κάτι άλλο. Να μπορούμε να δεχτούμε ή να συμπεριλάβουμε και κάτι άλλο.
Αλεξία μου… διάβασα διάφορες κριτικές για την παράστασή σας… Στην πλειοψηφία τους εξαιρετικές… Σε μια όμως η Φαίδρα χαρακτηρίζεται ως «τεκνατζού»… Θέλω λοιπόν να μου πεις σχετικά με τις κριτικές και πώς τις αντιμετωπίζεις, όταν υπάρχουν θέματα ευαίσθητα ή θέματα ταμπού…
Κάθε καλλιτέχνης οφείλει να έχει μια υγιή σχέση με την κριτική… Να μπορεί ο καλλιτέχνης να λάβει από την κριτική κάποια βοήθεια σχετικά με την παράσταση που έφτιαξε… Μια γνώμη απλά δεν βοηθάει… Μετράει μόνο εάν έκανε αυτός ο άλλος την παράσταση με τον δικό του τρόπο… Η κριτική, λοιπόν, οφείλει να βοηθάει τον καλλιτέχνη για να πάει μπροστά… να πάει πιο κει… Τώρα, μια κριτική που διαφωνεί με την οπτική προσέγγιση, είναι θεμιτή και είμαι ανοικτή να την ακούσω και σίγουρα θα συναντήσει κι άλλους ανθρώπους που θα την ασπαστούν… Οπότε, πιθανόν να υπάρχει μια κριτική εκεί έξω που λέει πόσο καταπληκτική είναι η παράσταση κι επιτέλους άνοιξε το ζήτημα της γυναίκας στη μέση ηλικία και πώς ζει τη ζωή της και το τι της επιτρέπεται και τι όχι… Και μπορεί να υπάρχει και μια άλλη κριτική που μπορεί να διαφωνεί… Διαφωνεί όμως με τι; Με το ότι η Φαίδρα ερωτεύτηκε έναν μικρότερο άνδρα; Διαφωνεί δηλαδή με τον μύθο του Ευριπίδη; Διαφωνεί λοιπόν με τη σύλληψη του Ευριπίδη, όπως φαντάζομαι το ίδιο συνέβη και στην αρχαιότητα…
Ε, ναι… ειδικά με τα έργα του Ευριπίδη πολλές οι διαφωνίες…
Γνωρίζουμε ότι υπήρξαν πολλοί που διαφώνησαν και γι’ αυτό ο Ευριπίδης την επόμενη χρονιά έγραψε τον «Ιππόλυτο», αναδιαμορφώνοντάς τον και μάλιστα κέρδισε και το βραβείο… Τα χρόνια εκείνα λοιπόν υπήρχε μεγάλη ένσταση για το τι λέει η Φαίδρα και πώς και πού το λέει και ενστάσεις οι οποίες κυρίως αφορούσαν το Θείο… Τελικά, ο Ευριπίδης αναδιαμόρφωσε τον μύθο κι έχουμε τον «Ιππόλυτο» που γνωρίζουμε σήμερα. Οπότε, μπορεί κάποιος να διαφωνεί, από θέση, με τη σύλληψη του Ευριπίδη. Αλλά μπορεί κάποιος να διαφωνεί με το πώς διαχειριστήκαμε εμείς αυτόν τον μύθο… Ή πώς διαχειριστήκαμε το καινούργιο έργο της Αμάντας Μιχαλοπούλου, που γνωρίζουμε ότι η «Φαίδρα» της δεν αυτοκτονεί… Άρα καταλήγουμε ότι η κριτική είναι σωστό να υπάρχει κι όταν αφορά κάτι που μπορεί να βοηθήσει εμάς τους συντελεστές, τότε με πολύ χαρά θα τη διαβάσω. Αλλά πάντα εξαρτάται σε τι αφορά… Αφορά στο πρώτο έργο; Αφορά στο σύγχρονο έργο; Αφορά στη σκηνοθεσία; Στην καθοδήγηση των ηθοποιών; Αφορά στη γενικότερη σύλληψη; Εξαρτάται ξεκάθαρα σε τι αφορά.
Παίζει ρόλο και ο τρόπος που είναι γραμμένη μια κριτική;
Και ο τρόπος παίζει ρόλο, αλλά και ο στόχος… Με ποιον στόχο είναι γραμμένη η κριτική;
Ξέρεις, Αλεξία, γιατί θίγω το θέμα της κριτικής… Εξαιτίας των κριτικών, των ύποπτων κριτικών, που δέχτηκε πρόσφατα η ταινία «Ο άνθρωπος του Θεού». Και επειδή πλέον κριτική ασκούμε όλοι προς όλους και για όλα…
Αρχικά, να πούμε ότι οι κριτικοί κάνουν μια πολύ δύσκολη δουλειά. Να πούμε επίσης ότι υπάρχουν ιδιαίτερα αξιόλογοι κριτικοί θεάτρου και κινηματογράφου στην Ελλάδα. Απλά δεν μπορεί ο καθένας να είναι κριτικός… Μπορεί βεβαίως ο καθένας να λέει τη γνώμη του. Αλλά επειδή λες τη γνώμη σου δεν γίνεσαι και κριτικός θεάτρου… Εννοείται πως μια κριτική συμπεριλαμβάνει τη γνώμη αυτού που την ασκεί. Αλλά έτσι απλά γράψω τη γνώμη μου, χωρίς να έχω την ανάλογη σπουδή ή να έχω κάνει έρευνα πάνω στο έργο; Για παράδειγμα στην «Φαίδρα», διαβάζεις μια κριτική… Αυτός που τη γράφει όμως έχει διαβάσει το αρχικό έργο του Ευριπίδη; Όχι… Έχει αναρωτηθεί για ποιο λόγο ο Ευριπίδης ασχολείται με αυτόν τον μύθο; Όχι, δεν αναρωτήθηκε… Άρα η κριτική που κάνει είναι σε σχέση με τι; Θα μου πεις λέει τη γνώμη του. Ναι, οκ, αλλά κι εγώ πρέπει να ξέρω με ποιον «μιλάω». Να το πούμε αλλιώς… Έχω γνώμη για το εμβόλιο χωρίς να έχω διαβάσει τίποτα, δεν έχω σπουδάσει ιατρική, δεν έχω ρωτήσει κανέναν ειδικό, αλλά λέω τη γνώμη μου. Ε, αυτό δεν με κάνει ούτε δημοσιογράφο, ούτε αρθρογράφο, ούτε γιατρό. Καταλαβαίνεις πώς το λέω;
Απόλυτα. Είσαι σαφέστατη, Αλεξία.
Κοίτα, Έλενα… Ας δούμε την πλευρά του θεατή. Είναι αυτονόητο ότι έχεις τη γνώμη σου όταν πας να δεις μια παράσταση. Γι’ αυτό και καλούμε τον κόσμο να δει την παράσταση. Για να μας πει την γνώμη του ή για να συγ-κινηθεί προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Εγώ λοιπόν, ο καλλιτέχνης, έχω την πρόθεση να συγ-κινήσω τον θεατή, να τον τραβήξω δηλαδή προς μια κατεύθυνση… Εκείνος όμως στη μέση του δρόμου μπορεί να πάει προς άλλη κατεύθυνση… Αυτή είναι ήδη η μισή διαδρομή που συμβαίνει στο θέατρο. Δεν μπορώ να περιμένω ότι θα τον τραβήξω στη λεωφόρο που θέλω ή να τον στρίψω στο δρομάκι που θέλω και τελικά να τον φτάσω στο χωράφι και στο σπίτι που είναι πάνω στο χωράφι… Αυτό είναι μια ουτοπία και δεν γίνεται… Οι καλλιτέχνες δημιουργούμε μια παράσταση κι αν στην πλατεία έχουμε εκατό θεατές, να είσαι σίγουρη ότι έχουμε και εκατό διαφορετικές γνώμες… και φυσικά είναι απόλυτα λογικό και θεμιτό…Το κέρδος είναι ο καθένας να μπορεί να αποτυπώσει τη γνώμη του. Σκέψου να βγει από την παράσταση και να μην έχει γνώμη ή να μην θέλει καν να σκεφτεί για την παράσταση… Ε, τότε σίγουρα δεν τον έχεις πάρει μαζί σου ή έχεις κάνει το 100% της διαδρομής εσύ… Όμως, στο θέατρο ο καλλιτέχνης οφείλει να κάνει το 50% της διαδρομής και το άλλο 50% ο θεατής.
Όπως και να ‘χει τις θέλουμε τις κριτικές…
Εννοείται. Το θέμα όμως είναι πόσο σε επηρεάζουν, αλλά και τι παίρνεις από αυτές σαν οδηγό για την επόμενή σου δουλειά. Και αυτό έχει να κάνει μόνο με την αντίληψη του συντελεστή. Το να πεις ότι δεν παίρνεις τίποτα από τις κριτικές που έλαβες τα τελευταία χρόνια, οκ, αποτελεί κι αυτό μια θέση… Σε αυτό λοιπόν, πρέπει να απαντήσουν οι καλλιτέχνες σχετικά με το πώς διαχειρίζονται τις κριτικές που λαμβάνουν…
Μεγάλη κουβέντα κι αυτή… Και τι να πεις για τις περιπτώσεις όπου παίρνουν ένα αλληγορικό κείμενο και σαν να μην έφτανε αυτό, του αλλάζουν τα φώτα, όπου κανένας δεν καταλαβαίνει τίποτα και επειδή κανένας δεν καταλαβαίνει τίποτα, το έργο αυτό θεωρείται υπέροχο, αριστούργημα, η μέγιστη κουλτούρα…
Είμαι απόλυτα σύμφωνη με αυτό που λες… Ενώ το θέατρο, για εμένα, οφείλει να ακουμπάει στο ευρύ κοινό. Το θέατρο είναι για τον πολύ τον κόσμο. Ξεκάθαρα για όλους μας.
Αλεξία μου, εύχομαι τη «Φαίδρα» σας να την απολαύσουμε και τον χειμώνα. Αλλά και σε ό,τι κι αν κάνεις να έχεις επιτυχία. Και να είσαι ευτυχισμένη με ό,τι κι αν κάνεις.